fbpx

Αίτηση προσωρινής διαταγής: Δικάζει την υπόθεσή σου σε 2 ημέρες

| 7 Ιουλίου 2014
ADVERTISEMENT

Τα ασφαλιστικά μέτρα αποτελούν μέσο προσωρινής δικαστικής προστασίας που παρέχεται από τα πολιτικά δικαστήρια, γι’ αυτό και οι σχετικές με τα ασφαλιστικά μέτρα διατάξεις συμπεριλαμβάνονται στο σώμα του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Αντίθετα, η εξώδικη επιστολή, όπως αποκαλύπτει και τ’ όνομά της, δεν αποτελεί δικαστική προστασία (προστασία παρεχόμενη δηλαδή από τα δικαστήρια) αλλά εξώδικο (δηλ. εξωδικαστικό), προειδοποιητικό συνήθως, μέσο κλήσης προς συμμόρφωση του εξωδίκως οχλούμενου με απώτερο στόχο την επίλυση της διαφοράς μεταξύ ιδιωτών εκτός των δικαστηρίων. Η μήνυση από την άλλη πλευρά (για την ακρίβεια ονομάζεται έγκληση, όταν υποβάλλεται από τον ίδιο τον παθόντα και μήνυση, όταν υποβάλλεται από τρίτο) αποτελεί μέσο γνωστοποίησης στην αρμόδια εισαγγελική αρχή του τελεσθέντος εγκλήματος και μέσο αίτησης δικαστικής ποινικής προστασίας και ικανοποίησης της ηθικής βλάβης του θύματος-πολιτικώς ενάγοντος λόγω αυτού. Με τη μήνυση ο εισαγγελέας λαμβάνει γνώση του εγκλήματος προκειμένου να ασκήσει στη συνέχεια την ποινική δίωξη που απαιτείται και ύστερα να επακολουθήσει η ανάκριση ο κατηγορούμενος να εισαχθεί στο ακροατήριο για να δικαστεί.

Η δικαστική προστασία, στο πλαίσιο του κράτους δικαίου, επιτελεί σπουδαία λειτουργία και κατοχυρώνεται ρητά από το Σύνταγμα. Ωστόσο παρέχεται με βραδύτητα και υψηλό κόστος δαπανών, γι’ αυτό και ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας παρέχει τη δυνατότητα στον πολίτη να προσφύγει στο δικαστήριο ζητώντας προσωρινή δικαστική προστασία και την έκδοση προσωρινής απόφασης. Η διαδικασία αυτή έχει κατά την πλειονότητα των θεωρητικών, το πλεονέκτημα της ταχύτητας αλλά και το μειονέκτημα της βεβιασμένης και μη σωστής κρίσης (687, 690, 691 ΚΠολΔ). Δικάζοντας με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, ο δικαστής μπορεί να παρακάμψει την υποχρέωση της εκατέρωθεν ακρόασης, να δικάσει και χωρίς κλήτευση του καθ’ ού (687 παρ.1 ΚΠολΔ) και να εκδώσει προσωρινή διαταγή αμέσως μετά την κατάθεση της αίτησης. Η προσωρινή διαταγή αποτελεί μέτρο εξαιρετικά ταχείας προστασίας, που είναι χωρίς υπερβολή πιο προσωρινό και από το προσωρινό, αφού ισχύει μέχρι να δικαστούν τα ασφαλιστικά μέτρα και είθισται να ζητείται σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης ανάθεσης της επιμέλειας του τέκνου, επιδίκασης διατροφής του ανηλίκου τέκνου κατά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης ή μετά το διαζύγιο, επιδίκασης αποζημίωσης από αδικοπραξία, κρίσης περί αναγκαίας μετοίκησης του συζύγου κλπ.


ADVERTISEMENT

Κατόπιν πρέπει να υπογραμμιστεί πως σε υποθέσεις που αφορούν ασφαλιστικά μέτρα είναι υποχρεωτική η προαπόδειξη, δεν απαιτείται η σύμπραξη γραμματέα και το σημαντικότερο: πως αρκεί η πιθανολόγηση των ισχυρισμών του αιτούντος (ήτοι αρκούμεθα σε μικρότερο βαθμό δικανικής πεποίθησης). Ακόμη πρέπει να τονίσουμε πως σε κάθε περίπτωση στόχο των ασφαλιστικών μέτρων αποτελεί απλώς η εξασφάλιση ή διατήρηση ενός δικαιώματος και σε καμία περίπτωση η ολική ικανοποίησή του, η οποία θα πραγματοποιηθεί, αν πραγματοποιηθεί εν τέλει, από το δικαστήριο της κύριας διαγνωστικής δίκης.

Ως προς το χρόνο μέσα στον οποίο και για τον οποίο παρέχεται η προστασία των ασφαλιστικών μέτρων πρέπει να σημειωθούν τα εξής:

Η εκδίκαση της προσωρινής διαταγής ορίζεται εντός δύο ημερών (691 παρ. 2 ΚΠολΔ) από την υποβολή της αίτησης στη γραμματεία του δικαστηρίου, ενώ η εκδίκαση της αίτησης των ασφαλιστικών μέτρων, στο σώμα της οποίας εμπεριέχεται συνήθως και το αίτημα για προσωρινή διαταγή, ορίζεται συνήθως σε ένα με ενάμιση μήνα από την κατάθεση της αίτησης, ανάλογα και με τα αντικείμενο της διαφοράς, το φόρτο εργασίας των δικαστηρίων, το αν εμπίπτει η εκδίκαση των ασφαλιστικών μέτρων στην καθ’ ύλην αρμοδιότητα του μονομελούς ή του πολυμελούς πρωτοδικείου κ.λ.π. Ως την εκδίκαση της αίτησης των ασφαλιστικών μέτρων, πρέπει να σημειωθεί πάντως, πως αν υπάρχει προσωρινή διαταγή που έχει ρυθμίσει π.χ. τη μηνιαία διατροφή του τέκνου και της συζύγου ισχύει, αυτή. Εν συνεχεία, σχετικά με το φλέγον στην πράξη ζήτημα πότε περίπου εκδίδεται η απόφαση επί της αίτησης των ασφαλιστικών μέτρων, αυτή εκδίδεται εντός ολίγων μηνών αναλόγως συνήθως με το δικαστή και το χρόνο που συνήθως αυτός χρειάζεται. Ως προς τη διάρκεια ισχύος της αποφάσεως επί της αιτήσεως των ασφαλιστικών μέτρων, η απόφαση επί των ασφαλιστικών μέτρων ισχύει μέχρι να ανακληθεί ή μεταρρυθμιστεί είτε με απόφαση του ίδιου δικαστηρίου που τα εξέδωσε κατόπιν αιτήματος οιουδήποτε έχοντος έννομο συμφέρον για την προσβολή της αρχικής απόφασης είτε με την οριστική απόφαση επί της κύριας δίκης. Τέλος τα ασφαλιστικά μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 683 ΚΠολΔ διατάσσονται εν αμφιβολία από τα μονομελή πρωτοδικεία (τα οποία έχουν με άλλα λόγια το τεκμήριο της καθ’ ύλην αρμοδιότητας), εκτός αν η κύρια υπόθεση υπάγεται στην αρμοδιότητα των ειρηνοδικείων, οπότε και τα ασφαλιστικά μέτρα δικάζονται από αυτά. Επίσης τα ειρηνοδικεία είναι αποκλειστικά αρμόδια για την συναινετική εγγραφή ή άρση προσημείωσης υποθήκης.


ADVERTISEMENT

Τα ασφαλιστικά μέτρα έχουν παρεπόμενο χαρακτήρα σε σχέση με την κύρια δίκη, γι’ αυτό και μπορεί είτε να ανακληθούν (ή μεταρρυθμιστούν) από το ίδιο το δικαστήριο που τα εξέδωσε είτε να ανατραπούν με την οριστική δικαστική απόφαση επί της κύριας δίκης (η κύρια δίκη είναι αυτή που κινείται συνήθως μετά τα ασφαλιστικά που αποτελούν το πρώτο βήμα, για τη μόνιμη και οριστική προστασία). Ακόμη όμως και αν ανακληθούν τα ασφαλιστικά μέτρα ή εκδοθεί απορριπτική απόφαση επί αυτών, επιτρέπεται εκ νέου υποβολή αίτησης ασφαλιστικών μέτρων, αν αυτή στηρίζεται σε μεταβολή των συνθηκών (βλ. Βαθρακοκοίλη Βασίλειο, Ερμηνεία ΚΠολΔ, σελ. 125).

Τα ασφαλιστικά μέτρα διακρίνονται εν συνεχεία σε δύο κατηγορίες: α) σε αυτά της προσωρινής δέσμευσης περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη για την εξασφάλιση μελλοντικής απαίτησης του δανειστή (πχ ασφαλιστικά μέτρα για εγγραφή προσημείωσης υποθήκης), β) σε αυτά προσωρινής ρύθμισης εριζόμενων έννομων σχέσεων των διαδίκων (π.χ. προσωρινή επιδίκαση απαίτησης ή επίδειξη εγγράφων κλπ.).

Ως προς τις προϋποθέσεις αποδοχής της αίτησης και διάταξης ασφαλιστικών μέτρων από το δικαστήριο ισχύουν τα εξής:

Από τις διατάξεις των άρθρων 682 και 688 ΚΠολΔ συνάγεται ότι η λήψη ασφαλιστικών μέτρων επιτρέπεται και διατάσσεται σε περίπτωση που υπάρχει επικείμενος κίνδυνος, ο οποίος απειλεί το επίδικο δικαίωμα ή την απαίτηση και προς αποτροπή του ή σε περίπτωση συνδρομής επείγουσας περίπτωσης, η οποία επιβάλλει την ταχεία και άμεση λήψη μέτρων πριν ή  κατά τη διάρκεια της τακτικής διαγνωστικής δίκης. Αν οι πραγματικές αυτές προϋποθέσεις δεν υπάρχουν ή δεν πιθανολογούνται, δεν δικαιολογείται η λήψη ασφαλιστικών μέτρων, καθόσον αυτά αποτελούν την εξαίρεση του κανόνα κατά τον οποίο τα εξαναγκαστικά μέτρα κατά της περιουσίας ή του προσώπου διατάσσονται και λαμβάνονται μόνο μετά την οριστική και τελεσίδικη διάγνωση της απαίτησης και με τις εγγυήσεις και διατυπώσεις της τακτικής διαδικασίας.

Συνεπώς, όταν ο νόμος απαιτεί επικείμενο κίνδυνο ή επείγουσα περίπτωση, εννοεί προδήλως την ύπαρξη ασυνήθους ανάγκης έκτακτης δικαστικής προστασίας του διαδίκου, η οποία να δικαιολογείται από τη συνδρομή πραγματικών περιστατικών, και, συγκεκριμένα κινδύνου να ματαιωθεί η απαίτηση ή επείγουσα περίπτωση της παρούσας στιγμής (βλ. ΜονΠρΑθ. 449/2004  ΝοΒ 200/ 831, ΜονΠρΠειρ 1248/1999, ΜονΠρΑθ 31951/1996 Αρμ. 97.1499). Επείγουσα περίπτωση νοείται εκείνη που χρειάζεται άμεση ρύθμιση με δικαστική παρέμβαση, όπως όταν η πάροδος χρόνου μέχρι την άσκηση της αγωγής πρόκειται να προκαλέσει ουσιώδη βλάβη στην υλική φύση του αντικειμένου. Όταν ο νόμος απαιτεί επικείμενο κίνδυνο ή επείγουσα περίπτωση εννοεί προδήλως την ύπαρξη ασυνήθους ανάγκης για έκτακτη δικαστική προστασία του διαδίκου και η οποία δικαιολογείται από τη συνδρομή των παρόντων πραγματικών περιστατικών (ΜΠρΑθ  8650/1991, ΑΝ 43/363, ΜΠρΑθ 3066/1999, Δ 30, 521). Η επείγουσα περίπτωση ειδικότερα είναι ανεξάρτητη από τον κίνδυνο διαπληκτισμών και συγκρούσεων που ήταν οπωσδήποτε απαραίτητη υπό το καθεστώς της προγενέστερης πολιτικής δικονομίας. Έτσι στην έννοια της επείγουσας περίπτωσης δεν περικλείεται καταρχήν και ο απλός κίνδυνος των διαπληκτισμών και συγκρούσεων (ΜΠρΛαρ. 67/99 ΑΝ 2000 546), διότι από αυτόν τον κίνδυνο δεν μπορεί να επέλθει βλάβη στο επίδικο δικαίωμα.

Σύμφωνα με θεωρία και νομολογία είναι δυνατή στον τομέα του οικογενειακού δικαίου η λήψη ασφαλιστικών μέτρων για διάφορα ζητήματα, όπως ενδεικτικά προκειμένου να ρυθμιστεί η επικοινωνία των ανιόντων με το τέκνο, η μετοίκηση ενός από τους συζύγους κατά τη διάσταση (άρθρο 735 ΚΠολΔ), η απαγόρευση του συζύγου που άσκησε ενδοοικογενειακή βία να πλησιάσει την οικογενειακή κατοικία, η αξίωση του συζύγου για την παραχώρηση της χρήσης οικογενειακής στέγης, η προσωρινή επιδίκαση των κινητών πραγμάτων κυριότητας του ενός συζύγου προς τον άλλον  και φυσικά η επιδίκαση διατροφής ή αφαίρεση γονικής μέριμνας, οπότε το ίδιο το αντικείμενο καθιστά την ανάμειξη του δικαστηρίου εξαιρετικώς επείγουσα (Παντελίδου, η προσωρινή έννομη προστασία του ανηλίκου, ΕλΔ 43, 1270, Διαμαντάκος η προσωρινή επιδίκαση διατροφής ως ασφαλιστικό μέτρο ΕΕΝ 38, 587).

Συγκεκριμένα, στο συχνό ερώτημα αν μπορεί είτε με ασφαλιστικά μέτρα είτε με τακτική αγωγή, να καταδικαστεί ο σύζυγος που αδιαφορεί κατά το διαζύγιο σε επικοινωνία με το τέκνο, η απάντηση είναι αρνητική. Η επικοινωνία δεν είναι υποχρέωση αλλά μόνο δικαίωμα του δικαιούχου και επομένως ο δικαιούμενος την επικοινωνία γονέας δεν έχει νομική υποχρέωση να επικοινωνεί με το παιδί του αν ο ίδιος δεν το θέλει και δεν το αισθάνεται, δεν είναι άλλωστε και προς το συμφέρον του παιδιού να επικοινωνεί μαζί του ένας τέτοιος γονέας.

Σύμφωνα με το άρθρο 728 περ.1 του ΚΠολΔ το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει προσωρινά ως ασφαλιστικό μέτρο εν όλω ή εν μέρει απαιτήσεις συνεισφοράς στις οικογενειακές ανάγκες ή διατροφής οφειλόμενης από το νόμο, από σύμβαση ή από διάταξη τελευταίας βούλησης. Σύμφωνα με το άρθρο 729 ΚΠολΔ η προσωρινή επιδίκαση απαίτησης περιοδικών παροχών γίνεται σε παροχές που πρέπει να πληρώνονται κατά μήνα.

Επίσης, σχετικά με όσα προαναφέρθηκαν για το ακόμη προσωρινότερο μέτρο της προσωρινής διαταγής, σύμφωνα με το άρθρο 691 ΚΠολΔ παρ. 1: το δικαστήριο μπορεί και αυτεπαγγέλτως να συγκεντρώσει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για το σχηματισμό της κρίσης του και με την απόφαση του δέχεται ή απορρίπτει εν μέρει την αίτηση. Η παρ. 2 ορίζει ότι: αν το δικαστήριο κρίνει ότι υπάρχει ανάγκη, έχει το δικαίωμα μόλις κατατεθεί η αίτηση και ώσπου να εκδοθεί η απόφαση του, να εκδώσει και αυτεπαγγέλτως προσωρινή διαταγή, που καταχωρίζεται κάτω από την αίτηση ή στα πρακτικά, σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν αμέσως έως την έκδοση της απόφασης του για την εξασφάλιση ή τη διατήρηση του δικαιώματος ή την προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης. Η συζήτηση της προσωρινής διαταγής προσδιορίζεται σύμφωνα με την παρ. 4 του ίδιου άρθρου υποχρεωτικά μέσα σε δύο ημέρες από την κατάθεση της αίτησης και μπορεί ο καθ’ ου εντός της προθεσμίας αυτής να κληθεί με οποιοδήποτε τρόπο να κληθεί για αυτοπρόσωπη παρουσία του κατά την εκδίκαση, αν η εμφάνισή του κριθεί αναγκαία από το δικαστήριο.

Με απλά λόγια:

  1. Μπορείς να πας στο δικαστήριο να αιτηθείς την προσωρινή διαταγή  και να δικαστεί η υπόθεσή σου σε δύο μέρες, αλλά βέβαια θα γίνει και το κανονικό δικαστήριο το προσδιορισμένο στην ώρα του. Απλώς, θα έχεις μια απόφαση προσωρινή που θα ρυθμίζει το δικαίωμά σου μέχρι την εκδίκαση της αίτησης των ασφαλιστικών μέτρων.
  2. Στη περίπτωση που ο/η πρώην σύζυγος, εμποδίζει την επικοινωνία σου με το παιδί, με την απόφαση της προσωρινής διαταγής βλέπεις το παιδί προσωρινά τις ημέρες και ώρες που θα ορίσει ο δικαστής της προσωρινής διαταγής, μέχρι να βγει η κανονική απόφαση των ασφαλιστικών μέτρων που θα ρυθμίζει το δικαίωμά σου πάλι προσωρινά μέχρι την έκδοση της απόφασης επί της κύριας αγωγής που θα το ρυθμίζει οριστικά! Αυτό συμβαίνει επειδή τα ασφαλιστικά μέτρα είθισται να δικάζονται αργά (γρηγορότερα ωστόσο από την αγωγή), οπότε ασκούμε ασφαλιστικό του ασφαλιστικού, τη λεγόμενη προσωρινή διαταγή, που ρυθμίζει το δικαίωμα πάλι προσωρινά μέχρι την έκδοση των ασφαλιστικών μέτρων που θα δικαστούν.  Επίσης, έχεις το δικαίωμα να κάνεις στον/στη πρώην σύζυγο που εμποδίζει την επικοινωνία σου με το παιδί, μήνυση για παραβίαση προσωρινής διαταγής και σε ακραία περίπτωση, μπορείς να τον/την πας και αυτόφωρο για τον ίδιο λόγο. Επίσης, καμιά φορά το δικαστήριο, στις αποφάσεις που δεν έχουν χρηματικό αντικείμενο, επιδικάζει χρηματικό ποσό ως ποινή για κάθε παραβίαση της απόφασης. Π.χ. 1000 ευρώ για κάθε παραβίαση. Σε περίπτωση που παραβιάσει λοιπόν ο/η πρώην σύζυγος το δικαίωμα επικοινωνίας (και υπάρχει και ο όρος αυτός της χρηματικής ποινής στην απόφαση), τότε για κάθε παραβίαση οφείλει 1000 ευρώ. Όταν μαζευτούν λοιπόν μερικά χιλιάρικα από πολλές παραβιάσεις, μπορεί ο/η σύζυγος να κάνει άλλο δικαστήριο για να πάρει τα χρήματα αυτά ως αποζημίωση. Έτσι, μπορεί ο/η γονιός που εμποδίζει την επικοινωνία του άλλου γονιού με το παιδί, να αποτραπεί από το να κάνει παραβιάσεις.
  3. Στη περίπτωση που ο/η πρώην σύζυγος δεν καταβάλλει διατροφή και κάνεις αίτηση προσωρινής διαταγής αλλά εκείνος συνεχίζει να μην συμμορφώνεται,τότε ξεκινάς την αναγκαστική εκτέλεση, δηλαδή κατάσχεση στα περιουσιακά του στοιχεία.

Λυδία Ζωγοπούλου-Δικηγόρος
Δικηγορικό Γραφείο

Eυγενίας Α. Φωτοπούλου 
Βασιλίσσης Σοφίας 6, T.K. 106 74 Αθήνα
Τηλέφωνα: 210 36 24 769, 211 7 80 80 80
Fax: 210 36 24 703
Email: info@efotopoulou.gr
Web: http://efotopoulou.gr/

 


Σχόλια

Σχετικά Άρθρα

ΟΙ ΕΙΔΙΚΟΙ

ΣΑΣ ΑΠΑΝΤΟΥΝ