fbpx

Όταν συνέλαβαν την κόρη μου, επειδή έκλεβε σε κατάστημα…

| 21 Μαΐου 2020
ADVERTISEMENT

Όταν μαθαίνεις ότι η 18χρονη κόρη σου συνελήφθη για ένα τόσο χαζό έγκλημα, όπως η κλοπή ενός αντικειμένου μικρής αξίας από ένα κατάστημα, θέλεις ή να κλάψεις ή να ουρλιάξεις. Εγώ έκλαψα και μάλιστα πολύ.

Για την ακρίβεια δεν έκλαψα. Η φωνή της όταν με πήρε τηλέφωνο ακουγόταν «ρομποτική». Όταν άκουσα τις λέξεις «σύλληψη, φυλακή και χειροπέδες» δεν έκλαψα, αλλά πάγωσα. Οδήγησα μέσα στο καταχείμωνο, μέσα στο κρύο και δεν θυμάμαι πως έφτασα στο αστυνομικό τμήμα για να την πάρω. Όταν μια βαριεστημένη κυρία πίσω από τον πάγκο μου έδειξε τι είχε κλέψει. πάλι δεν έκλαψα, ούτε όταν μου είπε ότι χρειάζεται επειγόντως επαγγελματική βοήθεια. Επέστρεψα το πρωί  γιατί θα περνούσε αυτόφωρο. Όταν γύρισα σπίτι εκείνο το βράδυ ένιωθα μουδιασμένη. Πάλι δεν έκλαψα.


ADVERTISEMENT

Το αντικείμενο αυτό που έκλεψε δεν το είχε ανάγκη. Είχαμε σπίτι πολλά τέτοια. Θεωρώ πως το έκανε για να τραβήξει την προσοχή.

Ένας φίλος μου εισαγγελέας με ενημέρωσε ότι η παρουσία μου στο δικαστήριο το επόμενο πρωί θα βοηθούσε πολύ και θα την έκριναν με μεγαλύτερη επιείκεια. Πάλι δεν έκλαψα όταν είδα το μωρό μου, το παιδί που με έκανε μητέρα να μπαίνει στο δικαστήριο με χειροπέδες. Στάθηκα ενώπιον του δικαστή, έπαιξα το ρόλο της ταλαιπωρημένης αλλά μετανιωμένης ανύπαντρης μαμάς χωρίς να χύσω ούτε ένα δάκρυ. Οι ώρες ανάμεσα στην εμφάνισή της στο δικαστήριο και της απελευθέρωσής της μου φάνηκαν αιώνας.

Αφού πέρασα από ανιχνευτή μετάλλων έπρεπε να αφήσω όλα μου τα υπάρχοντα σε ένα ντουλαπάκι πριν μπω στο χώρο αναμονής. Είχα ξεχάσει να φέρω κάτι να διαβάσω. Έκατσα σε μία πλαστική καρέκλα σε μία γωνία ψάχνοντας να βρω κάτι να μου αποσπάσει την προσοχή όσο περίμενα να έρθει η σειρά της κόρης μου για να εκδικαστεί η υπόθεσή της. Παρακολουθώντας τις προηγούμενες υποθέσεις εγκατέλειψα κάθε ελπίδα… Η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων που απελευθερώθηκαν έφυγαν μόνοι τους χωρίς κανέναν να τους συνοδεύει. Δεν υπήρχε ούτε ένας άνθρωπος να τους πάρει μαζί του, να τους πάει σπίτι του, να κάνουν ένα μπάνιο, να φάνε ένα πιάτο ζεστό φαΐ και να του πουν «Τι διάολο σκεφτόσουν;». Υπήρχε μόνο μία χούφτα ανθρώπων σαν εμένα που περίμεναν κάποιον από την άλλη πλευρά των κλειδωμένων πορτών.


ADVERTISEMENT

Άφησα το μυαλό μου να ταξιδέψει… Μήπως έφταιγα εγώ; Μήπως έκανα κάποιο λάθος στην ανατροφή της; Μήπως της στέρησα δεξιότητες απαραίτητες για να γίνει ένας σωστός άνθρωπος στο μέλλον; Τι έφταιγε; Ότι ήμουν ανύπαντρη; Το ότι δεν είχε γνωρίσει το μπαμπά της;

Όσο περισσότερο σκεφτόμουν τόσο τα δάκρυα πλημμύριζαν τα μάτια μου. Όλα εκείνα τα δάκρυα που δεν ήρθαν εχθές, ήρθαν τώρα μονομιάς να με πνίξουν. Βούιζαν τα αυτιά μου. Ένιωθα ότι τα δάκρυά μου θα πλημμυρίσουν την αίθουσα, το χώρο αναμονής, την αίθουσα με τα ντουλαπάκια και όλα τα υπάρχοντα των ανθρώπων που ήταν κλεισμένα εκεί μέσα θα επέπλεαν. Σηκώθηκα και πήγα τρέχοντας στην τουαλέτα προσπαθώντας να ανασυγκροτηθώ για να μη με δει η κόρη μου σε αυτό το χάλι. Ήθελα να φαίνομαι καλά, να φαίνομαι ήρεμη και όχι σαν μία γυναίκα που δευτερόλεπτα πριν κόντευε να χάσει το μυαλό της.

Οι τουαλέτες ήταν πιο σκοτεινές, πιο κρύες και ακόμα πιο καταθλιπτικές από τη δικαστική αίθουσα. Κοίταξα τον εαυτό μου στο βρώμικο καθρέφτη και είπα «Σταμάτα. Συγκεντρώσου», καθώς πίεζα τα μάτια μου με μία χαρτοπετσέτα μήπως και σταματήσουν τα δάκρυα να τρέχουν ποτάμι.

Εκείνη την ώρα στην τουαλέτα μπήκε μία κοπέλα που την είχα δει νωρίτερα να περιμένει στην ίδια αίθουσα με μένα. Με κοίταξε με ηρεμία και με ρώτησε «Είσαι εντάξει;».

Χαμογέλασα και ψιθύρισα «Καλά είμαι. Είναι μία πολύ δύσκολη μέρα».

Με απλότητα, ευαισθησία και αυθορμητισμό με ρώτησε «Θες μία αγκαλιά;».

«Όχι», της είπα φεύγοντας, αλλά πριν προλάβω να φύγω, σταμάτησα και την κοίταξα. Της είπα « Ξέρεις κάτι; Τη θέλω. Χρειάζομαι μία αγκαλιά».

Με τύλιξε με τα χέρια της και με κράτησε σφιχτά. Η αγκαλιά αυτή μου έδωσε μεγάλη δύναμη και απελευθέρωσε μέσα μου όλα εκείνα τα συναισθήματα που συγκρατούσα. Αισθάνθηκα ελεύθερη αλλά και απίστευτα θλιμμένη. Ήταν παραμονή Πρωτοχρονιάς και εγώ περίμενα πώς και πώς το μωρό μου να βγει από τη φυλακή για να ζήσουμε όσα δεν είχαμε προλάβει να ζήσουμε. Εξακολουθούσα να κλαίω για όλους εκείνους τους ανθρώπους που έκριναν τον τρόπο που τη μεγάλωσα και για κάθε μητέρα που μέσα της κρύβει ένα φοβισμένο παιδί που έχει ανάγκη μία αγκαλιά και ας λέει ότι είναι εντάξει.

Μετά από αρκετή ώρα που ήμασταν αγκαλιά ένιωσα αμήχανα και υποχώρησα λίγο, εκείνη όμως ούτε που κουνήθηκε. Δεν με άφησε. Εξακολουθούσε να με κρατάει αγκαλιά λέγοντας «Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα, έτσι;».

Έτσι ήταν. 

Όταν ξεκίνησε η δίκη και την έφεραν στην αίθουσα είδα αυτό που φοβόμουν: μία αδύνατη, ταλαιπωρημένη κοπέλα με τζιν και φούτερ με κουκούλα. Έκατσα ακριβώς από πίσω της. Δίπλα μου κάθισε η κοπέλα αυτή από την τουαλέτα. Η υπόθεση του φίλου της εκδικαζόταν αμέσως πριν της κόρης μου. Τελικά και εκείνος και η κόρη μου αφέθηκαν ελεύθεροι. Τον αγκάλιασε και έφυγαν χαρούμενοι. Λίγο πριν βγει από την αίθουσα με κοίταξε, μου χαμογέλασε και τα μάτια της έλεγαν ότι όλα θα πάνε καλά. Λίγα λεπτά αργότερα η κόρη μου αφέθηκε και εκείνη ελεύθερη. Γυρίσαμε σπίτι, φάγαμε και μιλήσαμε. Είχε μετανιώσει για την πράξη της και στο τέλος της βραδιάς καταλήξαμε να γελάμε και να κλαίμε ταυτόχρονα ξέροντας ότι τη μέρα αυτή θα τη θυμόμαστε σε όλη μας τη ζωή. Η χρονιά έφυγε με τον πιο επεισοδιακό τρόπο!

Το βράδυ εκείνο που έπεσα να κοιμηθώ θυμήθηκα εκείνη την κοπέλα στην τουαλέτα. Δεν με ήξερε κι όμως με την αγκαλιά της αυτή με βοήθησε πολύ. Δεν είχα κάνει κάτι για να αξίζω αυτή την αγκαλιά, αλλά εκείνη τη στιγμή δεν είχε σημασία. Το κορίτσι αυτό μου έδειξε τι σημαίνει ανθρωπιά…

Πηγή: scarymommy.com

Σχόλια

Σχετικά Άρθρα

ΟΙ ΕΙΔΙΚΟΙ

ΣΑΣ ΑΠΑΝΤΟΥΝ