fbpx

Δεν είναι αρνητές, φοβισμένοι είναι! | Γιατί κάποιοι άνθρωποι δεν εμβολιάζονται κατά του Covid

| 24 Νοεμβρίου 2021
ADVERTISEMENT

Δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία πάνω σε αυτό: Τα εμβόλια κατά του κορονοϊού σώζουν ζωές. Δείτε για παράδειγμα τα παρακάτω στατιστικά που μας έρχονται από το Ηνωμένο Βασίλειο.

Σε μία μελέτη που συμμετείχαν περισσότερα από 200.000 άτομα σχεδόν κάθε συμμετέχων ανέπτυξε αντισώματα κατά του κορονοϊού εντός 2 εβδομάδων από τη δεύτερη δόση και παρά τις αρχικές ανησυχίες ότι τα εμβόλια αυτά είναι λιγότερο αποτελεσματικά έναντι της παραλλαγής Δέλτα οι αναλύσεις δείχνουν ότι τόσο τα εμβόλια της Astra Zeneca όσο και της Pfizer μειώνουν τα ποσοστά νοσηλείας κατά 92 με 96%. Όπως επαναλαμβάνουν συνεχώς γιατροί και επιστήμονες ο κίνδυνος σοβαρών παρενεργειών από ένα εμβόλιο είναι αμελητέος σε σύγκριση με τον κίνδυνο που διατρέχουμε από τον ίδιο τον κορονοϊό ωστόσο ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων εξακολουθεί να είναι απρόθυμος να λάβει το εμβόλιο. Σύμφωνα με μία πρόσφατη έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου το ποσοστό είναι περίπου 10 με 20% στο Ηνωμένο Βασίλειο, 50% στην Ιαπωνία και 60% στη Γαλλία. 


ADVERTISEMENT

Το αποτέλεσμα είναι ο πόλεμος που έχει ξεσπάσει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης με πολλούς σχολιαστές να υποστηρίζουν ότι οι διστακτικοί για το εμβόλιο είναι αδαείς και εγωιστές αλλά οι ψυχολόγοι που ειδικεύονται στη λήψη ιατρικών αποφάσεων υποστηρίζουν ότι αυτές οι επιλογές είναι συχνά το αποτέλεσμα πολλών περίπλοκων παραγόντων που πρέπει να αντιμετωπιστούν με ευαισθησία αν θέλουμε να έχουμε ελπίδα να φτάσουμε κάποτε στην ανοσία σε επίπεδο πληθυσμού.

Αν και είναι δελεαστικό να υποθέτει κανείς ότι όσοι αρνούνται το εμβόλιο έχουν τις ίδιες πεποιθήσεις, ο φόβος των περισσοτέρων διστακτικών για το εμβόλιο δεν πρέπει να συγχέεται με τις αλλόκοτες θεωρίες των ένθερμων αντιεμβολιαστών.

Η συντριπτική πλειοψηφία των ατόμων που διστάζουν να εμβολιαστούν δεν το κάνουν λόγω πολιτικών πεποιθήσεων ούτε είναι αφοσιωμένοι σε κάποιον αντιεπιστημονικό σκοπό – είναι απλώς φοβισμένοι.


ADVERTISEMENT

Τα καλά νέα είναι ότι πολλοί άνθρωποι που αρχικά ήταν διστακτικοί αλλάζουν σιγά σιγά γνώμη.

«Αυτή η καθυστέρηση αποτελεί απειλή για την υγεία λόγω του ότι οι ιογενείς λοιμώξεις εξαπλώνονται πολύ γρήγορα» σύμφωνα με τον Mohammad Razai του Ινστιτούτου Έρευνας για την Υγεία του Πληθυσμού του Saint George του Λονδίνου, ο οποίος έχει γράψει για τους διάφορους ψυχολογικούς και κοινωνικούς παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν τη λήψη των αποφάσεων σχετικά με τα εμβόλια. Η υψηλή μεταδοτικότητα της μετάλλαξης Δέλτα έχει αυξήσει την επείγουσα ανάγκη να προσεγγίσουμε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους και όσο το δυνατόν γρηγορότερα.

Ευτυχώς οι επιστήμονες είχαν αρχίσει να μελετούν τη διστακτικότητα των ανθρώπων απέναντι στα εμβόλια πολύ πριν εμφανιστεί ο κορονοϊός στην περιοχή Wuhan το Δεκέμβριο του 2019 και έχουν ερευνήσει διάφορα μοντέλα με τα οποία προσπαθούν να καταγράψουν τις διαφορές στη συμπεριφορά των ανθρώπων. Ένα από τα πιο πολλά υποσχόμενα μοντέλα είναι γνωστό ως 5Cs, το οποίο λαμβάνει υπόψη τους ακόλουθούς ψυχολογικούς παράγοντες:

Εμπιστοσύνη (Confidence): η εμπιστοσύνη του ατόμου στην αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια των εμβολίων, τις υπηρεσίες υγείας που τους προσφέρουν και οι πολιτικές που ισχύουν για την κυκλοφορία τους,

Εφησυχασμός (Complacency:): εάν το άτομο θεωρεί ότι η ασθένεια αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για την υγεία του.

Υπολογισμός (Calculation): η δέσμευση ενός ατόμου να αναζητήσει εκτενώς πληροφορίες για τη στάθμιση του κόστους και των οφελών.

Περιορισμοί και ευκολία (Constraints – convenience): πόσο εύκολο είναι για το εν λόγω άτομο να έχει πρόσβαση στο εμβόλιο.

Συλλογική ευθύνη (Collective responsibility): η προθυμία κάποιου να προστατεύσει τους άλλους από τον ιό μέσα από το δικό του εμβολιασμό.

Το 2018 η Cornelia Betsch του πανεπιστημίου Erfurt της Γερμανία και οι συνεργάτες της ζήτησαν από τους συμμετέχοντες να βαθμολογήσουν μία σειρά από δηλώσεις που αφορούσαν τα παραπάνω μοντέλα και στη συνέχεια συνέκριναν τα αποτελέσματα με τα μοντέλα άλλων εμβολίων, όπως το εμβόλιο της γρίπης ή το εμβόλιο HPV. Ανακάλυψαν ότι το μοντέλο 5Cs θα μπορούσε να εξηγήσει ένα μεγάλο μέρος της διακύμανσης στις αποφάσεις των ανθρώπων και ξεπέρασε σταθερά πολλούς άλλους πιθανούς προγνωστικούς παράγοντες, όπως είναι τα ερωτηματολόγια που εστίαζαν περισσότερο σε θέματα εμπιστοσύνης χωρίς να λαμβάνουν υπόψιν τους άλλους παράγοντες.

Στην αδημοσίευτη επί του παρόντος έρευνα η Betsch χρησιμοποίησε το μοντέλο για να προβλέψει τη θετικότητα των ανθρώπων απέναντι στα εμβόλια κατά του κορονοϊού και τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι το μοντέλο 5Cs μπορεί να εξηγήσει την πλειοψηφία της διαφοροποίησης στις αποφάσεις των ανθρώπων.

Σαφώς και υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που συμβάλλουν. Μία πρόσφατη μελέτη από το πανεπιστήμιο της Οξφόρδης δείχνει ότι ο φόβος για τις βελόνες είναι ένα σημαντικό εμπόδιο για το περίπου 10% του πληθυσμού αλλά η προσέγγιση του 5Cs φαίνεται να καταγράφει τους πιο συνηθισμένους λόγους για τη διστακτικότητα των ανθρώπων.

Όταν εξετάσουμε αυτούς τους διαφορετικούς παράγοντες και τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να επηρεάσουν τη συμπεριφορά των ανθρώπων είναι επίσης χρήσιμο να εξετάσουμε τις διάφορες γνωστικές προκαταλήψεις που είναι γνωστό ότι επηρεάζουν τις αντιλήψεις μας.

Σκεφτείτε τα δύο πρώτα C – την εμπιστοσύνη στο εμβόλιο και τον εφησυχασμό για τους κινδύνους της ασθένειας. H Jessica Saleska από το πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες επισημαίνει ότι οι άνθρωποι έχουν δύο φαινομενικά αντιφατικές τάσεις – μία προκατάληψη αρνητικότητας και μία προκατάληψη αισιοδοξίας που μπορεί να διαστρεβλώσει τις εκτιμήσεις τους για τους κινδύνους και τα οφέλη.

Η προκατάληψη (μεροληψία) της αρνητικότητας αφορά τον τρόπο με τον οποίο κάποιος αξιολογεί τα γεγονότα πέρα από τον έλεγχό του. “Όταν σου παρουσιάζονται αρνητικές πληροφορίες, αυτές τείνουν να μείνουν στο μυαλό σου και όχι οι θετικές“, λέει η Saleska. Η προκατάληψη αισιοδοξίας αντίθετα αφορά τις πεποιθήσεις για τον εαυτό σου είτε πιστεύεις ότι είσαι καλύτερη και υγιέστερη από το μέσο άνθρωπο. Αυτές οι προκαταλήψεις μπορεί να λειτουργούν ανεξάρτητα, πράγμα που σημαίνει ότι μπορείς να εστιάσεις στις επικίνδυνες παρενέργειες των εμβολίων ενώ ταυτόχρονα πιστεύεις ότι είναι λιγότερο πιθανό να πάσχεις από κορονοϊό – ένας συνδυασμός που θα μείωνε την εμπιστοσύνη και θα αύξανε τον εφησυχασμό.

Έπειτα υπάρχει και η περίφημη προκατάληψη της επιβεβαίωσης, η οποία μπορεί να διαστρεβλώσει τις αντιλήψεις των ανθρώπων για τους κινδύνους του ιού μέσω της παραπληροφόρησης από αμφίβολες πηγές που μεγαλοποιούν τους κινδύνους των εμβολίων.

Αυτή η εξάρτηση από παραπλανητικές πηγές οδηγεί τους ανθρώπους να είναι συχνά πιο διστακτικοί στο εμβόλιο. «Εάν πιστεύετε ότι ο εμβολιασμός είναι επικίνδυνος, τότε πληκτρολογήστε «είναι επικίνδυνος αυτός ο εμβολιασμός;» και το μόνο που θα βρείτε είναι πληροφορίες που επιβεβαιώνουν την άποψή σας», λέει η Betsch.

Θυμηθείτε ότι αυτές οι ψυχολογικές τάσεις είναι εξαιρετικά συχνές. Ακόμα και αν δεν έχετε αποδεχθεί το εμβόλιο πιθανότατα έχουν επηρεάσει τη γνώμη σας και τη λήψη των αποφάσεών σας σε πολλούς τομείς της ζωής. Το να τους αγνοεί κανείς και να υποθέτει ότι οι διστακτικοί για το εμβόλιο είναι εσκεμμένα αδαείς είναι από μόνο του μία ανοησία.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι πολλοί οι κοινωνικοί παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν την αποδοχή του εμβολίου από τους ανθρώπους. Η αντίληψη ότι ένα εμβόλιο είναι δύσκολο να προσπελαστεί αποθαρρύνει. Όταν μιλήσαμε, η Betsch ανέφερε ότι στη Γερμανία το σύστημα είναι πολύ περίπλοκο για να προσδιορίσει ποιος είναι κατάλληλος να λάβει το εμβόλιο. Οι άνθρωποι θα ανταποκρίνονταν πιο γρήγορα λέει εάν λάμβαναν αυτόματες ενημερώσεις.

O Razai συμφωνεί ότι πρέπει να εξετάσουμε το ζήτημα της ευκολίας (4ο C) ειδικά για όσους βρίσκονται σε πιο φτωχές περιοχές που μπορεί να δυσκολεύονται με το χρόνο και τα έξοδα μέχρι να φτάσουν σε κάποιο εμβολιαστικό κέντρο. “Το ταξίδι από και προς το εμβολιαστικό κέντρο μπορεί να είναι τεράστιο πρόβλημα για τους περισσότερους ανθρώπους που λαμβάνουν τον κατώτατο μισθό ή είναι άνεργοι“, λέει. Γι’ αυτό είναι καλύτερο τα εμβόλια να χορηγούνται στα τοπικά Κέντρα Υγείας. «Θα το θεωρούσα ακόμα πιο πετυχημένο αν εμβόλια γίνονταν και σε χώρους λατρείας, εκκλησίες, τζαμιά».

Τέλος πρέπει να γνωρίζουμε το λόγο των αποφάσεων των ανθρώπων να μην εμβολιαστούν, όπως είναι ο ρατσισμός απέναντι στους γιατρούς και στους επιστήμονες. Είναι πιο εύκολο να απορρίψεις τις αποφάσεις κάποιου αν δεν καταλαβαίνεις τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει στην καθημερινή του ζωή.

Τι μπορεί να γίνει λοιπόν;

Δεν υπάρχει εύκολη λύση αλλά οι υγειονομικές αρχές πρέπει να συνεχίσουν να παρέχουν ακριβείς πληροφορίες για την αντιμετώπιση των μεγάλων ανησυχιών. Σύμφωνα με μία πρόσφατη έκθεση του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Καινοτομίας Υγείας του Imperial College του Λονδίνου τα κύρια εμπόδια εξακολουθούν να είναι η ανησυχία των ασθενών σχετικά με τις παρενέργειες και ο φόβος ότι τα εμβόλια δεν έχουν δοκιμαστεί επαρκώς.

Για το πρώτο οι μελέτες που δείχνουν τους σχετικούς κινδύνους των εμβολίων σε σύγκριση με τον κίνδυνο της πραγματικής ασθένειας μπορούν να παρέχουν κάποιο πλαίσιο εγώ για το τελευταίο ο Razai προτείνει ότι χρειαζόμαστε περισσότερη εκπαίδευση και ενημέρωση πάνω στο θέμα εμβόλιο. Η χρήση της τεχνολογίας mRNA στα εμβόλια έχει μελετηθεί εδώ και δεκαετίες με μακρές δοκιμές που έχουν δοκιμάσει την ασφάλειά του. Αυτό σημαίνει ότι η συγκεκριμένη τεχνολογία μπορεί να  εφαρμοστεί και να πολεμήσει την πανδημία. «Καμία από τις τεχνολογίες που χρησιμοποιήθηκαν δεν είναι επιβλαβής για το λόγο ότι έχει χρησιμοποιηθεί και σε άλλους τομείς στην υγειονομική περίθαλψη και την έρευνα», λέει ο Razai.

H Sarah Jones, κλινική ερευνήτρια και συνεπικεφαλής της έκθεσης του Ινστιτούτου Παγκόσμιας Καινοτομίας Υγείας προτείνει ότι θα χρειαστεί μία στοχευμένη προσέγγιση. «Θα παροτρύνω τις κυβερνήσεις να σταματήσουν να πιστεύουν ότι μπορούν να πείσουν το λαό με ένα μήνυμα μαζικού εμβολιασμού και να εργαστούν πιο δημιουργικά στο επικοινωνιακό κομμάτι». Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει στενότερη συνεργασία με πρότυπα ρόλων επηρεασμού σε κάθε περιοχή, τα οποία θα παρέχουν συνεπείς και ακριβείς πληροφορίες σχετικά με τους κινδύνους και τα οφέλη των εμβολίων.

Οι υπηρεσίες υγείας πρέπει να καταστήσουν σαφές ότι συμμετέχουν σε ανοιχτό διάλογο, λέει ο Razai αντί να τον απορρίπτουν αλόγιστα. “Πρέπει να ακούσουμε τις ανησυχίες των ανθρώπων, να τις αναγνωρίσουμε και να τους δώσουμε πληροφορίες ώστε να μπορούν να πάρουν μία τεκμηριωμένη απόφαση“.

H Saleska συμφωνεί ότι είναι απαραίτητο να συμμετάσχουμε σε μία αμφίδρομη συνομιλία – και αυτό είναι κάτι που όλοι μπορούμε να μάθουμε καθώς συζητάμε αυτά τα θέματα με τους φίλους και την οικογένειά μας. “Το να σεβόμαστε και να αναγνωρίζουμε τις ανησυχίες τους θα μπορούσε να είναι πιο σημαντικό από το να απορρίπτουμε απλώς τα γεγονότα ή τα στατιστικά. Πολλές φορές έχει να κάνει περισσότερο με την προσωπική σύνδεση παρά με τις πραγματικές πληροφορίες που παρέχονται“.

Πηγή: bbc.com

Σχόλια

Σχετικά Άρθρα

ΟΙ ΕΙΔΙΚΟΙ

ΣΑΣ ΑΠΑΝΤΟΥΝ