fbpx

Η τραγική σχέση που έκανα μετά το διαζύγιο, με έμαθε να μην αγνοώ ποτέ το ένστικτό μου

| 22 Ιανουαρίου 2020
ADVERTISEMENT

Γνωριστήκαμε online. Μιλούσαμε τηλεφωνικά και ανταλλάσσαμε μηνύματα για τρεις εβδομάδες προτού συναντηθούμε για πρώτη φορά. Φαινόταν ιδανικός αλλά ως μόνη μαμά θέλω το χρόνο μου πριν βγάλω οποιοδήποτε συμπέρασμα.

Μετά από μερικούς μήνες που βγαίναμε και μετά το πρώτο μας Σαββατοκύριακο μαζί άρχισε να μου αρέσει η προοπτική να είμαστε μαζί γι’ αυτό και του ζήτησα να τα «φτιάξουμε» (Θεέ μου πόσο γελοίο ακούγεται)», να έχουμε αποκλειστική σχέση δηλαδή (κι όπου μας βγάλει).

“Δεν είμαι έτοιμος για κάτι τέτοιο“, μου είπε. “Βιάζεσαι πολύ και αυτό δεν μου αρέσει“.

Μπορεί να μην ήμασταν, αλλά σαν κανονικό ζευγάρι φερόμασταν και λειτουργούσαμε. Μιλούσαμε για ώρες όταν τα παιδιά μου πήγαιναν στο μπαμπά τους, κάναμε σεξ, πηγαίναμε μαζί για ψώνια, για φαγητό και μετά ερχόταν σπίτι μου, καθόμασταν αγκαλιά στον καναπέ και βλέπαμε ταινίες.


ADVERTISEMENT

Του εξήγησα το σκεπτικό μου γιατί δεν ήθελα να νομίζει τίποτε άλλο για μένα. «Δεν με ενδιαφέρει ο γάμος… Το μόνο που θέλω είναι, αν πρόκειται να συνεχιστεί όλο αυτό, να ξέρω ότι είμαστε μόνο εμείς, οι δυο μας, ο ένας για τον άλλον χωρίς παιχνίδια και μπλεξίματα με τρίτους. Δεν ζητώ τίποτε παραπάνω από μία αποκλειστική σχέση» του είπα.

Τελικά ήταν πολύ νωρίς για εκείνον. Χωρίσαμε κάτι που δεν με στεναχώρησε ιδιαίτερα.

Όταν ήμουν 20 χρονών, πριν γνωρίσω τον άντρα μου είχα το κακό συνήθειο να τραβάω πάνω μου άντρες που δεν είχαν μάθει να δεσμεύονται, τα λεγόμενα «κακά αγόρια». Τώρα μου συνέβαινε το ίδιο. Τον ήθελα, αλλά δεν με ήθελε με τον τρόπο που τον ήθελα εγώ.


ADVERTISEMENT

Του το είπα λίγες μέρες μετά. Ήμασταν στο αυτοκίνητό του ένα βράδυ όταν του ζήτησα να το λήξουμε εδώ. Οδηγούσε δύο ολόκληρες ώρες για να έρθει να με δει μετά τη δουλειά γιατί δεν απαντούσα στα μηνύματα που μου έστελνε.

Στη ζωή πρέπει να είμαστε με ανθρώπους που μοιράζονται τα ίδια συναισθήματα με εμάς. Δεν είναι όλοι τόσο τυχεροί ώστε να βρουν εκείνον με τον οποίο ταιριάζουν απόλυτα όμως συχνά περνάμε απέναντι. Που θα πει ότι οι περισσότεροι κάνουν σκόντο στα συναισθήματά τους και βολεύονται όπως όπως σε μία σχέση που δεν τους ικανοποιεί.

Χάρηκα που το τελειώσαμε. Δεν πήγαινε άλλο. Κι εκείνος όμως, έμενε σε μία σχέση που όσο κι αν έλεγε ότι δεν είχε ανάγκη, τελικά κορόιδευε τον εαυτό του. Ακολούθησαν πολλά μηνύματα όπως “συγγνώμη, έκανα λάθος“ και “λυπάμαι πολύ. Είσαι υπέροχη. Σαν εσένα δεν υπάρχει άλλη“.

Ήμουν εξαντλημένη και μπερδεμένη. Δεν σταματούσε λεπτό να με διεκδικεί. Δεν ξέρω αν του άρεσε το κυνηγητό ή αν όντως με ήθελε πίσω.

Δεν απάντησα σε κανένα μήνυμά του μέχρι που ένα βράδυ ήρθε σπίτι μου απροειδοποίητα και μου είπε ποιος ήταν ο πραγματικός λόγος που δεν ήθελε να μπει σε μία αποκλειστική σχέση: Φοβόταν. Το είχε κάνει και στο παρελθόν και δεν του είχε βγει σε καλό. Ανησυχούσε μην κάνουμε τα ίδια λάθη γι’ αυτό και προτιμούσε να μείνουμε όπως ήμασταν και να μην το «σοβαρέψουμε» τόσο γρήγορα.

Για κάποιο λόγο τα κατάφερε και με έπεισε. Εκείνη τη στιγμή έκανα μεγάλο λάθος: δεν άκουσα το ένστικτό μου – μου το έλεγε, μου το φώναζε, αλλά πίστευα ότι ήμουν εγώ η υπερβολική (μου το είχαν πει πολλές φορές οι φίλοι μου στο παρελθόν) και ότι ίσως κάπου να είχε δίκιο. Εναντιώθηκα στην κρίση μου και άφησα την καρδιά μου να μιλήσει πιο δυνατά από το μυαλό μου. Στο τέλος συμφώνησα να συνεχίσουμε να είμαστε όπως ήμασταν χωρίς «αποκλειστικότητες», δηλαδή σχέσεις και δεσμεύσεις.

Κάπως έτσι πέρασε άλλη μια βδομάδα. Το επόμενο Σαββατοκύριακο το περάσαμε ολόκληρο μαζί και ήταν καταπληκτικό. Τη Δευτέρα που ακολούθησε του έστειλα μήνυμα για να του πω ότι ήδη μου έλειπε και η απάντησή του ήταν «μέχρι πριν λίγο μαζί ήμασταν. Πότε πρόλαβα να σου λείψω; Άρχισες πάλι τις βιασύνες; Εμένα δεν μου λείπεις. Μην προσπαθείς να με στριμώξεις. Χρειάζομαι χώρο και χρόνο».

Τα λόγια του με πόνεσαν λες και μου πέταξαν τούβλο στο κεφάλι. Ήταν ξεκάθαρο από την αρχή, αλλά εγώ πίστευα ότι μπορούσα να τον αλλάξω. Κάθε φορά προσπαθούσα να τον κάνω να μου ανοιχτεί και εκείνος με έκανε να νιώθω λες και ζητιάνευα την αγάπη του. Προσπαθούσε να με κάνει να νιώσω ότι τον έχω ανάγκη σε αντίθεση με εκείνον που δεν ήθελε πολλά πολλά. Όταν στο τέλος του άφηνα χώρο και του ζητούσα να χωρίσουμε, επέστρεφε με παρακάλια προσπαθώντας να με πείσει ότι υπερέβαλα.

Τα σημάδια είχαν φανεί από το πρώτο μας κιόλας ραντεβού. Είχαμε περάσει καταπληκτικά και στο τέλος φιληθήκαμε. Όταν πια χωριστήκαμε και επέστρεψα σπίτι μου, μου έστειλε ένα μήνυμα στο οποίο μου έγραφε: «Δεν περίμενα να με φιλήσεις. Δεν ήμουν έτοιμος».

Του απάντησα ενοχλημένη «δεν σε φίλησα. Είχα την εντύπωση ότι φιληθήκαμε» και έκλεισα το κινητό όλη τη νύχτα από τα νεύρα μου γιατί με έκανε να νιώσω σαν να ήμουν καμιά πεινασμένη που λαχταρούσα το φιλί του καθενός. Μήπως όντως βιαζόμουν; Μήπως τελικά «έμπαινα» όντως δυναμικά και αυτό τον άγχωνε;

Το πρωί που ξύπνησα μου είχε στείλει πάνω από 10 μηνύματα ζητώντας συγγνώμη. Είδε ότι δεν του απαντούσα κι ότι είχα κλείσει το κινητό και προσπάθησε να με φέρει και πάλι με τα νερά του.

Μια άλλη πάλι φορά τα Χριστούγεννα που μας πέρασαν αποφασίσαμε να περάσουμε την παραμονή όλη μέρα μαζί. Σε μία συζήτηση που είχαμε την προηγούμενη μέρα μου είπε ότι θέλει λίγο παραπάνω ποιοτικό χρόνο μαζί μου. Βγήκαμε για καφέ, μετά πήγαμε για ψώνια, μετά για φαγητό και μετά πήγαμε με το αυτοκίνητό μου σε ένα ήσυχο μέρος με θέα όπου και κάναμε σεξ. Ήταν τέλειο και μας βγήκε τόσο φυσικά. Ήμουν ευτυχισμένη που ήμουν μαζί του και πίστευα ότι ήταν και αυτός ευτυχισμένος που ήταν μαζί μου.

Δεν πέρασαν 10 λεπτά που είχα γυρίσει σπίτι μου όταν το κινητό μου χτύπησε. Μου είχε στείλει μήνυμα, στο οποίο μου έλεγε με λίγα λόγια ότι ακόμα δεν είναι σίγουρος για το μεταξύ μας. Για να φτιάξω κάπως το κλίμα του έστειλα μια σέξι selfie με ένα πολλά υποσχόμενο βλέμμα (του στυλ ανυπομονώ να το ξανακάνουμε) και εκείνος μου απάντησε «αρκετά κάναμε σήμερα. Δεν ήταν ανάγκη να στείλεις και φωτογραφία».

Τελικά δεν έφταιγα εγώ, ούτε ο δυναμισμός μου. Δεν είναι ότι έπεφτα με τα μούτρα ούτε ότι του άρεσε το κυνηγητό. Το φταίξιμο ήταν καθαρά δικό του και το κατάλαβα έγκαιρα (πιστεύω).

Ντράπηκα για τον εαυτό μου που έπεσε τόσο χαμηλά και ένιωσα χαζή που το άφησα να φτάσει τόσο μακριά. Στην αρχή δεν με πίστεψε. Ζήτησε να ξαναβρεθούμε για να το συζητήσουμε αλλά δεν ήθελα να τον ξαναδώ. Άρχισε να με ικετεύει λέγοντας ότι λυπάται και ότι θέλει να έχουμε αποκλειστική σχέση αυτή τη φορά κι ότι είναι έτοιμος να μπει σε σχέση. Η απάντησή μου; «Δεν θέλουμε πια τα ίδια πράγματα». Ένιωσα τέτοια αηδία για τον εαυτό μου που το μόνο που ήθελα εκείνη τη στιγμή ήταν να βάλω τα αθλητικά μου και να βγω για τρέξιμο.

Μέχρι να επιστρέψω μου είχε στείλει 40 μηνύματα. 40! Με κατηγορούσε ότι ήμουν διχασμένη προσωπικότητα, ότι η κόρη μου χρειάζεται ψυχίατρο (λόγω ενός προβλήματος με το άγχος το οποίο του είχα εκμυστηρευτεί) και ότι δεν αντέχω στο περιβάλλον μου ανθρώπους που είναι ευάλωτοι. Στο τέλος μου έγραψε ότι θα έπαιρνε άδεια την άλλη μέρα από τη δουλειά του και θα ερχόταν να με βρει για να μιλήσουμε.

Ήμουν πολύ σαφής και του είπα ότι δεν ήθελα να τον δω ούτε να του μιλήσω κι ότι ήθελα να σταματήσει να με ενοχλεί. Δεν το έκανε. Τις επόμενες τρεις ημέρες συνέχισε να μου γράφει ότι θέλει να είναι μαζί μου, ότι με αγαπάει και ότι ενδιαφέρεται για μένα παρά τα προβλήματα που έχω (!). Δεν απάντησα σε κανένα μήνυμά του ελπίζοντας ότι κάποια στιγμή θα σταματήσει. Ήμουν έτοιμη να καλέσω την αστυνομία αλλά για καλή μου τύχη ένας καλός μου φίλος του έστειλε πήρε θέση λέγοντάς του να σταματήσει ΤΩΡΑ να με παρενοχλεί αλλιώς θα τον καταγγείλει ο ίδιος στην αστυνομία. Ευτυχώς μετά απ’ αυτό σταμάτησε για ένα διάστημα και χάρηκα γιατί νόμιζα ότι τελείωσε οριστικά, τότε όμως τα πράγματα πήραν άλλη τροπή.

Λίγες εβδομάδες μετά χωρίς να έχουμε μιλήσει ούτε μία φορά είχα πάθει λοίμωξη του αναπνευστικού και με είχε πάρει ο ύπνος στον καναπέ το απόγευμα ενώ τα παιδιά μου παρακολουθούσαν μια ταινία. Εκείνη την ημέρα είχε χιονίσει πολύ. Λίγο πριν ο γιος μου είχε επιστρέψει απ’ έξω όπου έπαιζε με τους φίλους του και το χιόνι και η κόρη μου μόλις είχε βγει από το μπάνιο όταν με ξύπνησε για να μου πει ότι κάποιος ήταν έξω και φτυάριζε το δρόμο, στον οποίο όμως δεν είχε μείνει καθόλου χιόνι.

Τη ρώτησα αν ήταν κάποιος γείτονάς μας και μου είπε ότι δεν τον ήξερε (τα παιδιά μου δεν τον είχαν δει ποτέ ούτε σε φωτογραφία, ήξεραν όμως ότι είχα φίλο).

Κοίταξα έξω από το παράθυρο και τον είδα να στέκεται και να με κοιτάζει. Είχε οδηγήσει 2 ώρες απόσταση μέχρι το σπίτι μου μετά τη δουλειά του τη στιγμή που ήξερε ότι τα παιδιά μου θα ήταν εκεί.

Δεν ήθελα να κάνω σκηνή γι’ αυτό του έστειλα ένα μήνυμα στο οποίο του ζητούσα να φύγει κι εκείνος μου απάντησε “Θα το κάνω όταν τελειώσω“.

Έξι μηνύματα του έστειλα συνολικά και δεν έλεγε να φύγει μέχρι που στο τέλος τον απείλησα ότι θα έφερνα την αστυνομία, οπότε και έφυγε, μου έστειλε 3-4 μηνύματα ακόμα στα οποία μου έλεγε ότι εγώ έφταιγα που η ζωή μου ήταν έτσι, ότι εκείνος ήθελε να κάνει μόνο κάτι ωραίο για μένα και ότι έπρεπε να το εκτιμήσω. Προσπαθούσε να μου κάνει πλύση εγκεφάλου ώστε να αρχίσω να αμφιβάλλω ακόμα και για τον ίδιο μου τον εαυτό. Σε κάποιες στιγμές τα κατάφερε.

Ποτέ δεν γνώρισα και ποτέ δεν θα γνωρίσω κάποιον σαν αυτόν. Αντί να ακούσω το ένστικτό μου, μπήκα στη διαδικασία να σκεφτώ πως κάτι δεν πήγαινε καλά μ’ εμένα. Όντως κάτι δεν πήγαινε καλά μ’ εμένα. Ήμουν ανεύθυνη και απερίσκεπτη, το πρόβλημα όμως το είχε εκείνος.

Θα μπορούσα να τον είχα ερωτευτεί ή να δεχόταν να έχουμε την αποκλειστική σχέση που του ζητούσα. Ευτυχώς τίποτε από αυτά δεν συνέβη. Το κακό είναι πως όσο εύκολα συνέβη σε εμένα, άλλο τόσο εύκολα μπορεί να συμβεί στον καθένα.

Από εκείνο το βράδυ που έφυγε από το σπίτι μου δεν ξαναμιλήσαμε. Την επόμενη φορά θα είμαι πιο προσεκτική και θα δίνω περισσότερη βάση σε εκείνη τη φωνούλα όταν προσπαθεί να μου πει ότι κάτι δεν πάει καλά.

Πηγή: scarymommy.com

Σχόλια

Σχετικά Άρθρα

ΟΙ ΕΙΔΙΚΟΙ

ΣΑΣ ΑΠΑΝΤΟΥΝ