fbpx

Άστεγη μόνη μητέρα υιοθετεί παιδιά προβληματικών οικογενειών

| 4 Φεβρουαρίου 2020
ADVERTISEMENT

Κάθε χρόνο στα γενέθλια της η Jeanie λαμβάνει τόσες πολλές ευχετήριες κάρτες που γεμίζουν τσάντες ολόκληρες. Αυτή η «ετήσια αναβίωση αγάπης» οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι η Jeanie έχει γίνει ανάδοχος σε πάνω από 100 παιδιά προβληματικών οικογενειών.

Η μοίρα της Jeanie ήταν από νωρίς προδιαγεγραμμένη. Μεγάλωσε σε ένα μικρό σπίτι στο Δουβλίνο και ήταν το μικρότερο από τα πέντε αδέλφια της. Η παιδική της ηλικία ήταν ευτυχισμένη μέχρι που η μητέρα της πέθανε από καρκίνο του μαστού σε ηλικία 36 ετών.


ADVERTISEMENT

“Ήμουν μόλις 11 χρονών όταν έχασα τη μητέρα μου. Έκρυψε από όλους μας την ασθένειά της. Όταν συνειδητοποίησαμε τι της συνέβαινε ήταν πια αργά“.

Ο μπαμπάς της ήταν λιμενεργάτης και δεν μπορούσε να μεγαλώσει μόνος του πέντε παιδιά. Τα δυο μεγαλύτερα αδέρφια πήγαν να δουλέψουν μαζί του, τα δύο μεσαία τα ανέλαβαν συγγενείς και η Jeanie εστάλη σε μοναστήρι για να τελειώσει εκεί την εκπαίδευση της.

Στα χέρια των μοναχών που υποτίθεται ότι έπρεπε να τη φροντίσουν, η Jeanie έζησε τα χειρότερα χρόνια της ζωής της αφού υπέστη λεκτική και σωματική κακοποίηση.


ADVERTISEMENT

“Η πιο σκληρή απ’ όλες ήταν η αδερφή Gertrude. Ήταν σαδίστρια. Στο ένα χέρι κρατούσε τη Βίβλο και με το άλλο με χτυπούσε με το χάρακα μέχρι να ματώσω. Συχνά με έβαζαν στην απομόνωση και μου έδιναν μόνο ξερό ψωμί και νερό για ολόκληρες εβδομάδες. Έτσι πίστευαν ότι θα διώξουν το Διάβολο από μέσα μου. Στο μοναστήρι αυτό έμαθα πόση απίστευτη βιαιότητα μπορεί να υπάρχει πίσω από κλειστές πόρτες τη στιγμή που οι πιστοί νομίζουν ό,τι στον οίκο του Θεού δεν μπορεί να συμβαίνουν τέτοια πράγματα“.

Ο μπαμπάς της την επισκεπτόταν συχνά και βλέποντάς τον κάθε φορά να είναι σκυθρωπός και στεναχωρημένος δεν του έλεγε τίποτα γιατί δεν ήθελε να τον επιβαρύνει. Ήξερε ότι οι καλόγριες θα τη χτυπούσαν αν μιλούσε γι’ αυτό προτιμούσε να υποφέρει σιωπηλά.

«Αυτή τη φρικτή περίοδο δεν θα την ξεχάσω ποτέ. Ορκίστηκα ότι αν έκανα ποτέ δικά μου παιδιά δεν θα άφηνα ποτέ κανέναν να τα πάρει από κοντά μου και θα τα προστάτευα με όλες μου τις δυνάμεις, και εκείνα και όποιο άλλο παιδί πίστευα ότι με είχε ανάγκη. Πιστεύω ότι η κακοποίηση που υπέστη από τις μοναχές συνέβαλε κατά πολύ στην απόφασή μου να υιοθετήσω παιδιά προβληματικών οικογενειών».

Στα 16 της επέστρεψε στο μπαμπά της. Μπορεί εξωτερικά να ήταν γυναίκα κανονική, μέσα της όμως ήταν πολύ αφελής σαν 5χρονο κοριτσάκι.

«Η αθωότητά μου με έκανε εύκολο στόχο για ένα φίλο του μπαμπά μου, έναν αδίστακτο άντρα που υποτίθεται ότι ήταν ένας αξιότιμος οικογενειάρχης. Μια Κυριακή μετά την εκκλησία με βίασε. Το σοκ ήταν τεράστιο. Δεν είχα σε ποιον να το πω. Ήταν λες και πήρε την ψυχή μου και την έκανε κομμάτια».

Λίγες εβδομάδες μετά ανακάλυψε ότι ήταν έγκυος.

«Την εποχή εκείνη στην Ιρλανδία μια γυναίκα που έμενε έγκυος εκτός γάμου εθεωρείτο πόρνη. Ακόμα και αν είχες υποστεί βιασμό εθεωρείτο δικό σου το λάθος. Όλοι σε θεωρούσαν ως την απόλυτη ντροπή για την οικογένειά σου ενώ για τους άντρες ούτε γάτα ούτε ζημιά».

Η έκτρωση ήταν παράνομη. Η Jeanie έπρεπε να κρατήσει το μωρό. Δεν είχε άλλη επιλογή. Έπρεπε να κρύψει τις πρωινές ναυτίες και την κοιλιά της που φούσκωνε.

Όταν ήταν 5 μηνών έγκυος αποφάσισε να φύγει. Ταξίδεψε μέχρι τη γειτονική Αγγλία αποχαιρετώντας τον πατέρα της, στον οποίο είπε ψέματα ότι βρήκε δουλειά σε ένα εργοστάσιο στο Lancashire.

“Στο καράβι ένιωθα τόσο μόνη. Ήθελα απεγνωσμένα τη μάνα μου δίπλα μου. Φορούσα το δαχτυλίδι των αρραβώνων της στο δεξί μου χέρι για να νομίζουν όλοι ότι είμαι παντρεμένη, αλλιώς δεν υπήρχε περίπτωση να με πάρουν στα σοβαρά“.

Φτάνοντας στο Salford έψαξε ένα μέρος να μείνει αλλά κανείς δεν ήθελε μία έγκυο Ιρλανδή ένοικο.

«Τις πρώτες νύχτες αναγκάστηκα να κοιμηθώ στο δρόμο, έξω από διάφορα καταστήματα για να προστατευτώ απ’ τη βροχή. Έκανα μπάνιο στις δημόσιες τουαλέτες. Ο πατέρας μου, μου έστειλε κάποια χρήματα με τα οποία αγόραζα, θυμάμαι, αυγά και τσάι για να επιβιώσω».

Παρά την κόλαση που έζησε στο μοναστήρι δεν έχασε την πίστη της στο Θεό και αναζήτησε καταφύγιο σε μία εκκλησία, από την οποία τυχαία περνούσε. Καθώς καθόταν στο πεζούλι μια ευγενική γυναίκα που την είδε, η Norma, τη λυπήθηκε και την πήρε σπίτι της. Εκεί η νεαρή Jeanie της αφηγήθηκε την ιστορία της.

Η γυναίκα αυτή στάθηκε στο πλευρό της Jeanie για το υπόλοιπο της εγκυμοσύνης της και στη γέννηση του μωρού της, φιλοξενώντας μαμά και μωρό σε ένα μικρό δωμάτιο στο σπίτι της.

Όταν ο πατέρας της Jeanie έμαθε την αλήθεια, είπε στην κόρη του ότι δεν θέλει να την ξαναδεί μπροστά του.

Δύο χρόνια μετά η Jeanie, η οποία εργαζόταν σε ένα αρτοποιείο γνώρισε έναν άντρα, ο οποίος έμελλε να της αλλάξει τη ζωή.

O Bill ήταν ένας όμορφος άντρας με χρυσή καρδιά. “Ποτέ δεν περίμενα να γνωρίσω έναν άντρα σαν αυτόν. Ήταν μαύρος κι όπως καταλαβαίνετε είχαμε ζήσει και οι δύο το ρατσισμό και την προκατάληψη κάτι που μας έδεσε ακόμα περισσότερο“.

Αγαπήθηκαν πολύ και η μικρή της κόρη, Sarah, ήταν ενθουσιασμένη με το Bill. Και η Jeanie από τη μεριά της όμως είχε μια εξαιρετική σχέση με τη μαμά του Bill, Ivy, η οποία ήταν Τζαμαϊκανή.

Το ζευγάρι παντρεύτηκε το 1967. Ένα χρόνο μετά ήρθε στη ζωή η κόρη τους, Sophie, και ενάμιση χρόνο μετά ο γιος του, Stevie, ο οποίος ολοκλήρωσε την οικογενειακή τους ευτυχία. “Το μόνο που ήθελα ήταν να είμαι μία άξια μαμά και σύζυγος. Ήμασταν όλοι πολύ χαρούμενοι“.

H Jeanie και ο σύζυγός της είχαν πολύ χώρο στην καρδιά και στο σπίτι τους για περισσότερα παιδιά. Δεν ήταν πλούσιοι, είχαν όμως τη δυνατότητα να προσφέρουν αγάπη, στέγη, τροφή και ό, τι άλλο χρειάζεται ένα παιδί. Ήθελαν να κάνουν τη διαφορά στη ζωή του. “Εάν υιοθετούσαμε ή έστω γινόμασταν ανάδοχοι θα μπορούσαμε να βοηθήσουμε ένα παιδί σε ανάγκη προσφέροντάς του την αγάπη και τη στοργή που είχε στερηθεί“.

O Bill ήταν σύμφωνος με έναν όμως όρο – ότι τα τρία τους παιδιά ηλικίας 13, 10 και 8 ετών θα συμμετείχαν στη διαδικασία.

“Η αναδοχή ενός παιδιού, που δεν γεννήθηκε από τη μαμά της οικογένειας είναι κάτι στο οποίο πρέπει να συμμετέχει όλη η οικογένεια. Εξάλλου αυτό σημαίνει οικογένεια, ο ένας να βασίζεται στον άλλον. Καθίσαμε στο σαλόνι όλοι μαζί, το συζητήσαμε πίνοντας ζεστή σοκολάτα και τα παιδιά ενθουσιάστηκαν με την ιδέα να φιλοξενήσουμε στην οικογένειά μας και άλλα παιδιά“.

Μετά από μια μακρά διαδικασία που περιελάμβανε σεμινάρια, ενημέρωση και πολλούς ελέγχους στο περιβάλλον που επρόκειτο να φιλοξενηθούν τα παιδιά αυτά, οι κοινωνικοί λειτουργοί συμφώνησαν να προχωρήσει η διαδικασία. Η οικογένεια καλωσόρισε το πρώτο της παιδί το 1978. Ήταν ένα μωράκι, η Holly που το είχαν εγκαταλείψει ανήμερα των Χριστουγέννων στα σκαλιά της εκκλησίας.

“«Ξεθάψαμε» από την αποθήκη κούνιες, πορτ μπεμπέ, παιδικά καθίσματα, μπιμπερό, μωρουδιακά και ό, τι είχαμε κρατήσει από τα παιδιά μας. Τα παιδιά ήταν εντυπωσιασμένα και περίμεναν πως και πως την κοινωνική λειτουργό να φέρει το μωρό, αλλά εγώ έτρεμα από το φόβο μου“.

Το μητρικό ένστικτο της Jeanie γρήγορα πήρε μπρος και η οικογένεια αγκάλιασε με αγάπη το νέο της μέλος. Ο Bill ανέλαβε το μαγείρεμα ενώ τα παιδιά έπεσαν κυριολεκτικά πάνω στο μωρό θέλοντας να μάθουν τα πάντα, ακόμα και πώς να του αλλάζουν πάνες.

“Λίγο αργότερα μάθαμε ότι η μητέρα της μικρής, η Angela, ήταν μόλις 15 ετών. Είχε βιαστεί από το μεθυσμένο πατέρα της και είχε εγκαταλειφθεί από τη μητέρα της. Ένιωσα άρρωστη γιατί θυμήθηκα εμένα, ήξερα όμως ότι είχα πάρει τη σωστή απόφαση να αναλάβω το μωρό αυτό“.

H Angela εντοπίστηκε και η Jeanie την πήρε σπίτι της. «Σκοπός μου ήταν να μάθω στην Angela πώς να φροντίζει το μωρό της τη στιγμή που και εκείνη ήταν ακόμα παιδί». Τελικά η Angela έφυγε. Πήγε να ζήσει με τη μητέρα της και το μωρό δόθηκε για υιοθεσία.

«Έκλαψα πολύ όταν μου πήραν τη μπέμπα, με καθησύχαζε όμως το γεγονός ότι βοήθησα το παιδί αυτό όταν είχε την ανάγκη μου και τώρα έπρεπε να πάρει το δρόμο του και να βρει μια μόνιμη οικογένεια».

Από τότε η Jeanie και ο Bill έχουν γίνει ανάδοχοι κι άλλων παιδιών, αλλά το ταξίδι μέχρι εδώ καθόλου εύκολο δεν ήταν.

«Έχω περάσει πολλές νύχτες ξάγρυπνη να ανησυχώ για κάποιο από τα παιδιά μου, που βγήκε έξω και άργησε να γυρίσει. Πολλές φορές χρειάστηκε να φτάσω μέχρι το Αστυνομικό Τμήμα για να μαζέψω κορίτσια και αγόρια που είχαν συλληφθεί και στη συνέχεια να πάω στο δικαστήριο και να καταθέσω υπέρ τους. Χρειάστηκε να γνωρίσω γονείς που ήξερα ότι είχαν κακοποιήσει ή παραμελήσει τα παιδιά που φρόντιζα εγώ τώρα και έπρεπε να παραμείνω ψύχραιμη και ευγενική. Χρειάστηκε να συνοδεύσω μέχρι το γυναικολόγο πολλά κορίτσια για να λάβουν την απαραίτητη αντισύλληψη και να αποφευχθεί το ενδεχόμενο μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης. Πολλές φορές χρειάστηκε να βγω με το αμάξι τη νύχτα να μαζέψω μεθυσμένα παιδιά από το πάρκο και να τα φέρω σπίτι.

Δεν ήταν πάντα ρόδινα τα πράγματα. Πολλές φορές έχει τύχει να βρίσουν πολύ άσχημα και εμένα, επειδή δεν ανεχόμουν την αγένεια και την κακή συμπεριφορά, και τον άντρα μου με απίστευτα ρατσιστικά σχόλια επειδή ήταν μαύρος, όχι μόνο τα παιδιά, αλλά πιο συχνά οι ίδιοι τους οι γονείς, μόλις όμως τα παιδιά ηρεμήσουν και καταλάβουν το λάθος τους ζητούν κατευθείαν συγγνώμη χωρίς δεύτερη σκέψη. Ακόμα και τώρα, παιδιά που είχα αναλάβει όταν ήταν μικρά και τώρα είναι ενήλικες μου τηλεφωνούν για να πουν συγγνώμη που μας μίλησαν άσχημα τότε, εγώ όμως ξεχνάω τα κακά και κρατάω μόνο τα καλά. Ποτέ δεν εγκατέλειψα κανέναν ασχέτως του πόσο κακή ήταν η συμπεριφορά του».

Η Jeanie ποτέ δεν μετάνιωσε για την απόφασή της να βοηθήσει τα παιδιά αυτά.

“Για μένα η αναδοχή είναι ένας τρόπος να σταματήσει η κακοποίηση. Δείχνοντας καλοσύνη και αγάπη στα παιδιά αυτά και προσφέροντάς τους μια ήρεμη και σταθερή καθημερινότητα μπορούμε να πετύχουμε πολλά. Έτσι, τους δίνουμε ελπίδα, τη δύναμη και την ευκαιρία να μεγαλώσουν και να γίνουν ευτυχισμένοι, υγιείς ενήλικες“.

Πηγή: mirror.co.uk

Σχόλια

Σχετικά Άρθρα

ΟΙ ΕΙΔΙΚΟΙ

ΣΑΣ ΑΠΑΝΤΟΥΝ