fbpx

Αφήνοντας το παντοτινό μας σπίτι μετά το θάνατο του άντρα μου

| 16 Ιανουαρίου 2020
ADVERTISEMENT

Ζούμε στο σπίτι αυτό, στο σπίτι που εμείς, η πανέμορφη αυτή οικογένεια των τριών πλέον ατόμων αποκαλούμε «νέο μας σπίτι», λίγο παραπάνω από ένα μήνα. Μερικά κουτιά δεν έχουμε προλάβει να τα ανοίξουμε ακόμα. Είναι με βιβλία κυρίως και χαρτικά είδη, όλα δηλαδή εκείνα τα πράγματα που στριμώχνουμε στα συρτάρια ή τοποθετούμε στα ράφια και συχνά ξεχνάμε την παρουσία τους. Όσα έπιπλα δεν χωράνε τα έχουμε αφήσει στοιβαγμένα στην είσοδο για να τα δώσουμε σε κάποια οικογένεια που τα έχει ανάγκη. Δεν είναι μόνο ότι δεν χωράνε. Κουβαλάνε πολλές αναμνήσεις, αρκετά έντονες για να τις αντέξουμε. Ταίριαζαν καλύτερα στο σπίτι που υποτίθεται ότι θα ήταν το παντοτινό μας σπίτι, το σπίτι που ζούσαμε ως μία αγαπημένη και ευτυχισμένη οικογένεια. Κάποτε ήμασταν τέσσερις, τώρα μείναμε τρεις.

Ευτυχώς τις περισσότερες κούτες τις έχουμε αδειάσει. Κρεμάσαμε και φωτογραφίες στους τοίχους, οι οποίοι ήταν γυμνοί και ψυχροί, χωρίς ίχνος ζεστασιάς όταν πρωτομπήκαμε. Είμαστε ευγνώμονες που έχουμε και αυτό το σπίτι και που μπορούμε να προσπαθήσουμε έστω να επιστρέψουμε στη ρουτίνα μας.


ADVERTISEMENT

Τις προάλλες ο γιος μου με άκουσε να μιλάω για το «παντοτινό» μας σπίτι και τα μάτια του γέμισαν φως και αισιοδοξία: «Θα γυρίσουμε σπίτι μας;», είπε κατενθουσιασμένος εννοώντας το παλιό μας σπίτι, το σπίτι που πλέον ανήκει σε ξένους που δεν γνωρίζουν την ιστορία μας, τις ζωές μας, που δεν άκουσαν τον ψίθυρο της λέξης «για πάντα» που συνηθίζαμε σαν οικογένεια να λέμε.

Χρειάστηκε να γνέψω αρνητικά και να του πω «όχι» βλέποντας το χαμόγελο να ξεθωριάζει από τα χείλη του και τους ώμους του να αγκαλιάζουν όλο το βάρος της απογοήτευσης. Το σπίτι μας είχε «φύγει». Το είχαμε χάσει. Το καινούργιο μας σπίτι είναι ό, τι είχαμε όλο και όλο. Είναι νωρίς ακόμα για να το νιώσουμε σπίτι μας. Το αντιμετωπίζουμε απλά και μόνο σαν ένα μέρος, στο οποίο κοιμόμαστε, τρώμε και μαζευόμαστε το βράδυ μετά τις δραστηριότητές μας.

Δεν θυμάμαι να μας πήρε τόσο πολύ για να νιώσουμε το προηγούμενο σπίτι μας ως παντοτινό μας σπίτι. Με το φτωχό μου το μυαλό, το θολό από το χρόνο και τη νοσταλγία, το «μολυσμένο» από τον πόνο και τη θλίψη, θεώρησα το σπίτι που μέναμε ως το παντοτινό μας σπίτι από τη στιγμή που τα φορτηγά της μεταφορικής έφεραν τις πρώτες κούτες. Αφελώς πίστευα ότι από τη στιγμή που θα μπω δεν πρόκειται να ξαναβγώ.


ADVERTISEMENT

Κι αυτό ίσως γιατί τα παιδιά τότε ήταν μικρά και περνούσαμε περισσότερο χρόνο στο σπίτι. Δεν είχαμε ιδιαίτερες υποχρεώσεις για να τρέχουμε δεξιά και αριστερά. Ίσως πάλι αγαπήσαμε το σπίτι αυτό και το θεωρήσαμε παντοτινό μας σπίτι γιατί εκεί ξεκίνησε η νέα μας ζωή ενώ τώρα… εε, όπως και να ‘χει, είμαστε πιο διστακτικοί μετά απ’ όσα συνέβησαν. Δεν κάνουμε μακροπρόθεσμα σχέδια ούτε λέμε μεγάλες κουβέντες και αυτό ίσως επειδή το «εμείς» είναι μικρότερο.

Ίσως πάλι το πρόβλημα δεν έχει να κάνει με το νέο μας σπίτι, με την «σπασμένη» υπόσχεση που υπάρχει στο «για πάντα» και με την αλήθεια ότι σε αυτή τη ζωή, που τη ρήμαξε ο καρκίνος, που πήρε την τελευταία πνοή του άντρα μου και που άφησε πίσω του δύο θλιμμένα παιδιά που αγωνίζονται ακόμα με την μονιμότητα του θανάτου, η έννοια του «για πάντα» έχει χαθεί μαζί με την ιδέα του ότι όλες οι ιστορίες έχουν happy end και όλα συμβαίνουν για κάποιο λόγο.

Αν αυτό είναι αλήθεια, εάν το «για πάντα» δεν υπάρχει, πως γίνεται να νιώθουμε ένα σπίτι παντοτινό μας σπίτι; Εάν σπίτι είναι εκεί που είναι η καρδιά σου και η καρδιά σου είναι πληγωμένη, οι πληγές που τώρα έχουν αρχίσει να επουλώνονται ανοίγουν ξανά χωρίς προειδοποίηση και οφείλονται στη θλίψη που αντί να θεραπεύεται, «σφίγγει» ακόμα περισσότερο την καρδιά μας.

Υπάρχει τελικά παντοτινό σπίτι; Δεν γνωρίζω. Γνωρίζω μόνο ότι η ιδέα του σπιτιού είναι πιο περίπλοκη απ’ ό,τι φαίνεται.

Τις άσχημες εκείνες ημέρες όταν ο καρκίνος του 40χρονου άντρα μου στον εγκέφαλο του έκλεψε την ικανότητα να σκέφτεται και να ενεργεί λογικά, τις άσχημες εκείνες ημέρες όταν έπαιρνε το ψαλίδι για να γράψει αντί για το στυλό και έριχνε τα δημητριακά απευθείας στο πάτωμα γιατί ξέχναγε να πάρει το μπολ σκεφτόμουν ότι ήθελα να φύγω. Ήμουν στο σπίτι μου, στο «παντοτινό» μου σπίτι, το οποίο δεν ήθελα ποτέ και για κανένα λόγο να αποχωριστώ, αλλά για πρώτη φορά είχα εκείνη την απελπισμένη ανάγκη να φύγω και να πάω κάπου, που αισθανόμουν πιο ήρεμη και ασφαλής. Ήμουν στο μόνιμο, στο αγαπημένο μου, στο «παντοτινό» μου σπίτι, αλλά για κάποιο λόγο ήθελα να φύγω, να πάω «στο σπίτι μου». Λέγοντας «στο σπίτι μου» δεν εννοούσα κάποιο άλλο σπίτι, όπως το πατρικό μου.

Για πολλούς ανθρώπους σπίτι είναι πολλές φορές κάποιο πρόσωπο που βρίσκεται δίπλα σου και σε στηρίζει ή κάποιο αγαπημένο σου πρόσωπο που λείπει. Για μένα «σπίτι» ήταν ο άντρας μου. Ήταν το λιμάνι μου και ήδη μου έλειπε και μάλιστα πολύ. Ό, τι αγάπησα σ’ εκείνον το είχε κλέψει η αρρώστια του. Ήθελα απελπισμένα να γυρίσω κοντά του και να νιώσω ξανά εκείνη την οικειότητα αλλά ήξερα πως δεν μπορούσα. Ναι, ήθελα να πάω σπίτι μου εννοώντας εκείνον. Σπίτι για μένα ήταν η ηχώ του γέλιου μας τις νύχτες εκείνες που βλέπαμε οικογενειακά κάποια ταινία, νύχτες που θεωρούσα δεδομένες επειδή δεν ήξερα ότι η ευτυχία ήταν φευγαλέα. Το «σπίτι» είναι μερικές φορές κάτι περισσότερο από τοίχους και πατώματα, κάτι παραπάνω από μία στέγη και μερικά έπιπλα.

«Σπίτι» είναι η χαρά του να αναγνωρίζεις ότι είσαι εκεί ακριβώς που πρέπει να είσαι, εκεί που υποτίθεται ότι πρέπει να είσαι, κάτι που είναι θλιβερό γιατί το νέο σου σπίτι – στην αρχή τουλάχιστον – δεν το αισθάνεσαι σπίτι σου. Έτσι και εγώ με τα παιδιά μου. Ήμασταν εκεί που υποτίθεται ότι έπρεπε να ήμασταν. Νιώθω ότι έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας, πολλά εμπόδια να υπερβούμε. Δύσκολο, αλλά και ελπιδοφόρο γιατί σημαίνει ότι έχουμε αρκετό χρόνο, αγάπη και ελπίδα να νιώσουμε κάποτε αυτό το σπίτι σπίτι μας.

Το ελπίζω επειδή σπίτι είναι εκεί που βρίσκεται η καρδιά μας. Και οι πληγωμένες καρδιές χρειάζονται παντοτινά σπίτια για να επουλωθούν.

Πηγή: scarymommy.com

Σχόλια

Σχετικά Άρθρα

ΟΙ ΕΙΔΙΚΟΙ

ΣΑΣ ΑΠΑΝΤΟΥΝ