Η ιστορία του «άλλου ανθρώπου» είναι λίγο-πολύ γνωστή. Τον Σεπτέμβριο του 2009, ύστερα από 25 χρόνια εργασίας στον χώρο της διαφήμισης και του μάρκετινγκ ως στέλεχος σε πολυεθνική εταιρεία, ο 47χρονος τότε Κώστας Πολυχρονόπουλος έμεινε χωρίς δουλειά.

Οι οικονομικές δυσκολίες τον ανάγκασαν να επιστρέψει στο πατρικό του και για περίπου δύο χρόνια δεν μπορούσε να βρει κάποια απασχόληση. Ένα τυχαίο περιστατικό στον δρόμο τον ενέπνευσε να ξεκινήσει τη συλλογική κουζίνα «Ο άλλος άνθρωπος». Έτσι, από το 2011 μέχρι σήμερα, κάθε μήνα, ταΐζει από το υστέρημά του χιλιάδες ανθρώπους που το έχουν ανάγκη.


ADVERTISEMENT

Εκτός, όμως, από τη Συλλογική Κουζίνα, ο κ. Πολυχρονόπουλος «τρέχει» εδώ και περίπου τέσσερα χρόνια το «Κοινωνικό σπίτι του άλλου ανθρώπου» στο Μεταξουργείο.

Σε αυτό το διάστημα έχουν περάσει από το σπίτι πάνω από 10.000 άνθρωποι να πιουν τον καφέ τους, να φάνε το πρωινό τους, να κάνουν μπάνιο και να πλύνουν τα ρούχα τους, ενώ έχουν μοιραστεί τρόφιμα για όλο τον μήνα σε περισσότερες από 6.000 οικογένειες.

Το έργο του Σπιτιού δεν έχει περιοριστεί σε αυτές τις δραστηριότητες. Μέχρι και φέτος έχει καταφέρει να προσφέρει σε 300 παιδιά όλα τα σχολικά είδη που χρειάζονται και δύο φορές την εβδομάδα τους παρείχε βοηθητική διδασκαλία, ενώ είχε οργανώσει μέχρι και θεατρική ομάδα.


ADVERTISEMENT

Επιπλέον, τη διετία 2015-16, όταν η προσφυγική κρίση βρισκόταν στο απόγειό της, μαγειρεύονταν καθημερινά σχεδόν 3.000 μερίδες φαγητού.

Επειδή, όμως, δεν υπάρχει κάποιου είδους κοινωνική δικαιοσύνη και οι καλές πράξεις δεν ανταμείβονται αντανακλαστικά, το «Κοινωνικό σπίτι του άλλου ανθρώπου» κινδυνεύει να κλείσει άμεσα.

Πιο συγκεκριμένα, τα συσσωρευμένα χρέη από το ενοίκιο και τους απλήρωτους λογαριασμούς δεν του επιτρέπουν να συνεχίσει τη λειτουργία του, όπως ανακοίνωσε μέσω του blog του ο κ. Πολυχρονόπουλος. Επικοινώνησα μαζί του για να μάθω τι ακριβώς έχει συμβεί.

«Χρωστάμε το ενοίκιο. Πρώτη φορά στα τέσσερα χρόνια έχουμε καθυστερήσει το ενοίκιο τρεις μήνες και τώρα μπαίνει ο τέταρτος» μου λέει και προσθέτει: «Ο λογαριασμός του νερού έχει φτάσει στα €1.380 επειδή τα τελευταία 2-3 χρόνια έρχονταν κάθε μέρα πρόσφυγες, και Έλληνες βέβαια, να κάνουν μπάνιο. Είναι και τα χρήματα που έχουμε δανειστεί για τα ταξίδια στη Μυτιλήνη, τα οποία δεν έχουμε επιστρέψει ακόμα». (σ.σ. η Κοινωνική Κουζίνα βρέθηκε αρκετές φορές στο νησί για να μαγειρέψει για τους ανθρώπους εκεί).

Όταν τον ρωτάω αν όλα αυτά τα χρόνια έχει λάβει οικονομική βοήθεια από μη κυβερνητικές οργανώσεις, είναι ξεκάθαρος. «Όχι, καμία. Αντιθέτως, πολλές οργανώσεις στέλνουν σε εμάς κόσμο δικό τους για να πάρουν τρόφιμα ή να φάνε μαζί μας, αλλά δεν δίνουν τίποτα, ποτέ». Ενώ από επιλογή τους, όπως μου λέει, δεν ζήτησαν ποτέ βοήθεια από το κράτος. «Είναι επιλογή μας να μην παίρνουμε χρήματα από το κράτος. Η Κουζίνα στηρίζεται μόνο στον άνθρωπο. Το έχουμε πει αυτό».

Αν δεν συγκεντρωθούν τα χρήματα που απαιτούνται, δηλαδή περίπου €5.000, το σπίτι θα κλείσει άμεσα. «Στις 15 Δεκεμβρίου θα το κλείσω εντελώς, αλλιώς κάθε μήνα που θα περνάει θα αθροίζονται κι άλλα χρέη» λέει ο κ. Πολυχρονόπουλος.

Παρότι τα πράγματα έχουν έρθει σε αυτό το οριακό σημείο, ο «άλλος άνθρωπος» δεν βγάζει στη φωνή του κάποιο παράπονο ή πίκρα. «Δεν μπορώ να πω ότι έχω κάποιο παράπονο γιατί ο κόσμος στηρίζει αυτό το εγχείρημα έξι χρόνια τώρα και το Σπίτι τέσσερα. Κάνουμε αυτά που κάνουμε και δεν είναι λίγα τα έξοδα. Είναι 2.500-3.000 χιλιάρικα τον μήνα. Κάθε μήνα. Και για το Σπίτι και για τα μαγειρέματα και για όλα. Όλον αυτό τον καιρό ο κόσμος μάς στηρίζει και θέλω να τους ευχαριστήσω γι’ αυτό. Υπάρχουν συνάνθρωποί μας που περνάνε όλο και πιο δύσκολα, απλώς μερικές φορές ξεχνάμε ό,τι θεωρούμε δεδομένο κι εγώ πρέπει να τους υπενθυμίζω τι γίνεται. Και αυτό κάνω».

Τελειώνοντας, ο κ. Πολυχρονόπουλος μου ξεκαθαρίζει πως ανεξάρτητα από το τι θα συμβεί με το Σπίτι, η Κοινωνική Κουζίνα και τα μαγειρέματα δεν θα σταματήσουν. Δεν του το λέω, αλλά έχω βαθιά πίστη στην καλοσύνη των ξένων και είμαι σίγουρος ότι κι αυτήν τη φορά δεν πρόκειται να με προδώσει.

Δείτε πώς μπορείτε να βοηθήσετε εδώ: oallosanthropos.blogspot.gr.

Του Βασίλη Καψασκη

Πηγή: lifo.gr