fbpx

Επίδομα αδείας ανέργων και δημοσίων υπαλλήλων

| 30 Ιουνίου 2014
ADVERTISEMENT

Το επίδομα αδείας στο δημόσιο τομέα

Το άρθρο 48 του ν. 3528/2007 (Υπαλληλικός κώδικας) προβλέπει σχετικά με το δικαίωμα κανονικής άδειας των δημοσίων υπαλλήλων τα εξής:
1. Οι δημόσιοι υπάλληλοι δικαιούνται κανονική άδεια με αποδοχές δύο (2) μήνες μετά το διορισμό τους. Η άδεια που δικαιούνται να λάβουν οι υπάλληλοι ορίζεται σε δύο (2) ημέρες για κάθε μήνα υπηρεσίας και δεν μπορεί να υπερβεί συνολικά τον αριθμό των ημερών κανονικής άδειας που δικαιούνται με τη συμπλήρωση ενός (1) έτους δημόσιας πραγματικής υπηρεσίας.
2. Οι δημόσιοι υπάλληλοι, μετά τη συμπλήρωση ενός (1) έτους πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας, δικαιούνται κανονική άδεια απουσίας με αποδοχές, η διάρκεια της οποίας ορίζεται σε είκοσι (20) εργάσιμες ημέρες αν ακολουθούν εβδομάδα πέντε (5) εργασίμων ημερών και είκοσι τέσσερις (24) εργάσιμες ημέρες αν ακολουθούν εβδομάδα έξι (6) εργασίμων ημερών.
Ο χρόνος της κανονικής άδειας επαυξάνεται κατά μία (1) εργάσιμη ημέρα για κάθε έτος απασχόλησης και μέχρι τη συμπλήρωση του ανώτατου ορίου των είκοσι πέντε (25) ή τριάντα (30) εργασίμων ημερών προκειμένου για πενθήμερη ή εξαήμερη εβδομάδα εργασίας, αντίστοιχα.
3. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης μπορεί να προσαυξάνεται ως τέσσερις (4) εργάσιμες ημέρες ο αριθμός των ημερών κανονικής άδειας των υπαλλήλων που υπηρετούν σε παραμεθόριες περιοχές.
4. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων δεν εφαρμόζονται σε όσους έχουν κατά τις κείμενες διατάξεις διακοπές εργασίας. Οι υπάλληλοι αυτοί μπορούν, εφόσον συντρέχουν σοβαροί λόγοι ανάγκης, να παίρνουν κανονική άδεια με αποδοχές ως δέκα (10) εργάσιμες ημέρες κατ’ έτος.
5. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, προσαυξάνεται η κανονική άδεια των υπαλλήλων που απασχολούνται σε επικίνδυνες και ανθυγιεινές εργασίες. Με το ίδιο προεδρικό διάταγμα καθορίζονται οι προϋποθέσεις και ο αριθμός των ημερών προσαύξησης της κανονικής άδειας.


ADVERTISEMENT

‘Επειτα κατά το άρθρο 49 που υπαλληλικού κώδικος που προβλέπει τα σχετικά με τη χορήγηση της κανονικής άδειας των δημοσίων υπαλλήλων ορίζονται τα ακόλουθα:
1. Δεκαπέντε (15) ημέρες από την κανονική άδεια χορηγούνται υποχρεωτικά, εφόσον το ζητήσει ο υπάλληλος, από 15 Μαΐου έως 31 Οκτωβρίου. Η υποχρέωση αυτή δεν ισχύει σε υπηρεσίες οι οποίες έχουν καθοριστεί με απόφαση του οικείου Υπουργού και κατά την περίοδο αυτή βρίσκονται στην αιχμή της λειτουργίας τους ή λειτουργούν σε εικοσιτετράωρη βάση. Όταν με αίτηση του υπαλλήλου ολόκληρη η άδεια χορηγείται εκτός από την περίοδο αυτή, προσαυξάνεται κατά πέντε (5) εργάσιμες ημέρες. Η προσαύξηση αυτή δεν χορηγείται όταν ο υπάλληλος κάνει χρήση της κανονικής του άδειας κατά την περίοδο των Χριστουγέννων και του Πάσχα.
2. Η υπηρεσία, στην οποία ανήκει ο υπάλληλος, χορηγεί υποχρεωτικά σε αυτόν μέσα στο δεύτερο εξάμηνο κάθε έτους την κανονική άδεια που δικαιούται και αν ακόμα δεν την ζητήσει.
3. Επιτρέπεται να μην χορηγείται, να περιορίζεται ή να ανακαλείται η κανονική άδεια προκειμένου να αντιμετωπιστούν έκτακτες ανάγκες της υπηρεσίας, μετά όμως από έγκριση του οργάνου που προΐσταται εκείνου το οποίο είναι αρμόδιο για τη χορήγηση της άδειας. Αν τέτοιο όργανο δεν υπάρχει, αποφασίζει το αρμόδιο για τη χορήγηση της άδειας όργανο.
4. Η άδεια που δεν χορηγήθηκε κατ’ εφαρμογή της προηγούμενης παραγράφου, χορηγείται υποχρεωτικά το επόμενο έτος.

Ως προς το επίδομα αδείας των εν ενεργεία δημοσίων υπαλλήλων, αυτό ως γνωστόν ήδη από την έναρξη του 2013 και κατόπιν του μνημονιακού νόμου 4093/2012 καταργήθηκε παντελώς και έπαυσε απολύτως και οριζοντίως η χορήγησή του. Η οικονομική κρίση που ταλάνισε τη χώρα μας και τα μέτρα λιτότητας που ελήφθησαν συνεπεία αυτής και αποσκοπώντας μακροπρόθεσμα στην απάλυνση και αντιμετώπισή της, είχαν ως αποτέλεσμα να επέλθουν ιδιαζόντως αυστηρές  οριζόντιες περικοπές των μισθολογικών αποδοχών και επιδομάτων σε ολόκληρο το δημόσιο τομέα. Με το ν .4093/2012, ο οποίος θέσπισε νέο πλαίσιο κινητικότητας του προσωπικού του δημοσίου τομέα, επίσης αντικατέστησε και τροποποίησε διατάξεις των κωδίκων των δημοσίων υπαλλήλων, των υπαλλήλων Ο.Τ.Α και των δικαστικών υπαλλήλων και τέλος κατήργησε τις οργανικές θέσεις σε ορισμένες κατηγορίες και ειδικότητες, περιόρισε τις θέσεις των μετακλητών υπαλλήλων και ρύθμισε τη διάρκεια ισχύος των πινάκων διοριστέων ΑΣΕΠ εγκρίνοντας το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016 – Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής του ν. 4046/2012 και το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016  προβλέφθηκαν τα εξής:

Σύμφωνα με την υποπαράγραφο Γ. 1. με τίτλο: ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΤΟΜΕΑ του πρώτου άρθρου του ν. 4093/2012 τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας, που προβλέπονται από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη ή ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητική απόφαση ή με ατομική σύμβαση εργασίας ή συμφωνία, για λειτουργούς, υπαλλήλους και μισθωτούς του Δημοσίου, ΝΠΔΔ, ΝΠΙΚ και ΟΤΑ, καθώς και για τα μόνιμα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων και αντίστοιχους της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού και Λιμενικού Σώματος, καταργούνται από 1.1.2013. Η κατάργηση αυτή όλων των επιδομάτων των δημοσίων υπαλλήλων μεταξύ των οποίων και του επιδόματος αδείας ήταν οριζόντια και δυστυχώς δεν προβλέπεται κάτι ειδικότερο για τους μονογονείς.


ADVERTISEMENT

Επίδομα αδείας και Άνεργοι

Σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες εγκυκλίους του ΟΑΕΔ όσοι άνεργοι επιδοτούνται με το ειδικό μηνιαίο βοήθημα ανεργίας του ΟΑΕΔ, το ύψος του οποίου ανέρχεται σε 360,00€ και δεν προσαυξάνεται ανάλογα με τον αριθμό των προστατευομένων μελών του ασφαλισμένου, λαμβάνουν λόγω των εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα κάθε χρόνο οικονομική ενίσχυση ως εξής: α. Για τις εορτές των Χριστουγέννων ίση με το ποσό του μηνιαίου επιδόματος ανεργίας, εφόσον έχουν επιδοτηθεί για όλο το χρονικό διάστημα από 1ης Μαΐου μέχρι 31 Δεκεμβρίου. Αν οι επιδοτούμενοι έχουν συμπληρώσει διάρκεια επιδότησης μικρότερη από αυτήν που καθορίζεται πιο πάνω, δικαιούνται οικονομική ενίσχυση ίση με τρία (3) ημερήσια επιδόματα ανεργίας για κάθε μήνα επιδότησης. β. Για τις εορτές του Πάσχα ίση με το μισό του μηνιαίου ποσού του επιδόματος ανεργίας, εφόσον έχουν επιδοτηθεί για όλο το χρονικό διάστημα από 1ης Ιανουαρίου μέχρι 30 Απριλίου. Αν οι επιδοτούμενοι έχουν συμπληρώσει διάρκεια επιδότησης μικρότερη από αυτήν που καθορίζεται πιο πάνω, δικαιούνται οικονομική ενίσχυση ίση με τρία (3) ημερήσια επιδόματα ανεργίας για κάθε μήνα επιδότησης.

Δε λαμβάνουν, ωστόσο, και δε δικαιούνται επίδομα αδείας.

Η επισήμανση των εγκυκλίων του ΟΑΕΔ και οι σχετικές διαδικτυακές αναρτήσεις του ως άνω φορέα, ότι για το επίδομα άδειας για κάθε μήνα αντιστοιχούν 2 ημερομίσθια με ανώτερο τα 13 ημερομίσθια πρέπει να υπογραμμιστεί πως δεν αφορά τους επιδοτούμενους ανέργους, οι οποίοι δε δικαιούνται επιδόματος αδείας, καθότι όπως προαναφέρθηκε δικαιούνται μόνο τα δώρα Χριστουγέννων και Πάσχα, αλλά αφορά κατ’ αποκλειστικότητα την ειδική παροχή προστασίας της μητρότητας, όπου κατ’ εξαίρεση και παρότι η σχέση εργασίας της αδειοδοτούμενης μητέρας με τον εργοδότη της παραμένει ισχυρή, η απόδοση των δώρων των εορτών και του επιδόματος αδείας γίνεται για το διάστημα του εξαμήνου από τον ΟΑΕΔ.

Όπως αναφέραμε σε κάθε περίπτωση, όπου λύεται η σχέση εργασίας με οποιοδήποτε τρόπο και καθίσταται κατά συνέπεια κάποιος άνεργος (π.χ. απόλυση ή οικειοθελής αποχώρηση) κατά το πρώτο ή δεύτερο ημερολογιακό έτος από την πρόσληψη του μισθωτού, δικαιούται αυτός εφάπαξ να λάβει επίδομα αδείας, το οποίο είναι ίσο με δύο ημερομίσθια για κάθε μήνα απασχόλησης. Για απασχόληση μικρότερη από μήνα καταβάλλεται ανάλογο κλάσμα. Κάθε μισθωτός, του οποίου η σχέση εργασίας λύεται με οποιοδήποτε τρόπο κατά το τρίτο ημερολογιακό έτος από την πρόσληψή του και μετά, αλλά προτού να πάρει την κανονική του άδεια, δικαιούται να λάβει επίδομα αδείας, το οποίο είναι καταρχήν ίσο με τις αποδοχές της άδειάς του. Δηλαδή το ύψος αυτού δεν εξαρτάται από το χρόνο που διέρρευσε από τη λήψη του προηγούμενου επιδόματος άδειας. Πάντως και στην περίπτωση αυτή, όπως και σε κάθε άλλη ισχύει ο περιορισμός ότι το επίδομα αδείας δε μπορεί να υπερβαίνει το μισό μηνιαίο μισθό για τους αμειβόμενους με μηνιαίο μισθό και τα 13 ημερομίσθια για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο.

Σε αυτές τις περιπτώσεις το επίδομα θα χορηγηθεί από τον εργοδότη. Μάλιστα το ποσό του επιδόματος αδείας που καταβάλλεται σε περίπτωση απόλυσης υπόκειται σε εισφορές υπέρ του ΙΚΑ, αφού χαρακτηρίζεται σαν προσαύξηση του μισθού, δηλαδή αποδοχές όχι αποζημίωση. Και το επίδομα αδείας που καταβάλλεται στους μισθωτούς, όταν αποχωρούν οικειοθελώς από την εργασία τους υπόκειται σε εισφορές για τον ίδιο λόγο (Έγγραφα ΙΚΑ 166420/30.3.1977, ΔΕΝ 1977, σελ. 1161).

Λυδία Ζωγοπούλου-Δικηγόρος
Δικηγορικό Γραφείο

Eυγενίας Α. Φωτοπούλου 
Βασιλίσσης Σοφίας 6, T.K. 106 74 Αθήνα
Τηλέφωνα: 210 36 24 769, 211 7 80 80 80
Fax: 210 36 24 703
Email: info@efotopoulou.gr
Web: http://efotopoulou.gr/

 


Σχόλια

Σχετικά Άρθρα

ΟΙ ΕΙΔΙΚΟΙ

ΣΑΣ ΑΠΑΝΤΟΥΝ