fbpx

Αφού βρε μαμά, πάντα μαύρα δε φοράς;

| 2 Ιουνίου 2014
ADVERTISEMENT

Το μαύρο χρώμα δεν είναι το αγαπημένο μου. Για την ακρίβεια ποτέ δεν ήταν. Ακόμα και στην εφηβεία μου, όταν όλες οι φίλες μου φόραγαν μαύρα, εγώ επέμενα χρωματιστά.

Έχει να κάνει ίσως και με το ότι έβλεπα σχεδόν πάντα τη μαμά μου να φοράει μαύρα. Μεγάλο σόι, όλο και κάποιος έφευγε από το μάταιο τούτο κόσμο, και η μαμά μου, σαν καλή συγγενής, μαυροντυνόταν. Μέγα λάθος όταν έχεις μικρά παιδιά.


ADVERTISEMENT

Όταν γνώρισα τον άντρα μου, συνήθισα και τα μαύρα. Αυτός, ο Ζωρό και ο Μαρκοράς από το «Δυο ξένοι» ήταν που φόραγαν μαύρα ακόμα και στον ύπνο τους! Ξέρεις τι είναι να γυρνάς πλευρό και να πέφτεις επάνω σε ένα μαύρο βουνό; Ήταν και σωματώδης βλέπετε!

Όταν γέννησα την πρώτη μου νεράιδα, του είπα ότι ως εδώ ήταν τα μαύρα στο κρεβάτι. Το παιδί θα σκιάζονταν αν γυρνώντας πλευρό, τον έβλεπε έτσι. Δεν μπορώ να πω, συμβιβάστηκε! Εντάξει του έκανα και κάποιες βλακείες στο πλυντήριο, οπότε τι να κάνει και αυτός, τα ξάνοιξε!

Και έρχεται εκείνη η ημέρα, που μου λένε, τι θα βάλεις στην κηδεία. Κηδεία; Ποια κηδεία; Κοριτσάκι μου, δε το βλέπεις, ότι πρέπει να προετοιμαστείς; Θα τρέχεις τελευταία στιγμή; Ε, τι να κάνω και εγώ, έβαλα την μεγάλη μου ξαδέλφη να μου βρει ρούχα. Μαύρα, όλα μαύρα. Εγώ που δεν είχα βάλει ποτέ στη ζωή μου μαύρα, παρά μόνο μια φορά σε μια πολυεθνική που δούλευα, με αποτέλεσμα να έρθει μέχρι και ο γενικός διευθυντής να με ρωτήσει αν όλα είναι καλά, εγώ αυτή που τα μισούσε, ντύθηκα τα μαύρα.


ADVERTISEMENT

Όταν έγινε το αναπόφευκτο, δήλωσα ότι θα βάλω μαύρα μόνο στη κηδεία. Από την επόμενη ημέρα τα ρουχαλάκια μου κανονικά. Έλα όμως που την επόμενη ημέρα, όπως ήταν λογικό, είχα χάσει τη γη κάτω από τα πόδια μου. Σερνόμουν, ότι μου έδιναν θα έβαζα! Κελεμπία, κελεμπία θα έβαζα. Ζουρλομανδύα, ζουρλομανδύα θα έβαζα. Φυτό ήμουν, δεν καταλάβαινα τίποτα. Οπότε αυτό που βρήκα μπροστά μου, αυτό και έβαλα. Και μαντέψτε τι χρώμα ήταν! Μαύρο… πιο black πεθαίνεις!

Και η ημέρα που θα τα έβγαζα ήταν το αύριο, και το αύριο ερχόταν και έφευγε και εγώ εκεί με τα μαύρα. Η αλήθεια ήταν ότι είχα βολευτεί. Πάνω- κάτω το ίδιο και τελείωνα. Σε αυτούς που με ρωτάγανε πώς με έβλεπαν οι νεράιδες μου, τους απάνταγα ότι δεν είχαν πρόβλημα. Άλλωστε ποτέ δεν με ρώτησαν, γιατί φόραγα μαύρα. Σίγουρα έπαιξε ρόλο, ότι μέσα στο σπίτι φόραγα πάντα τα καθημερινά μου ρούχα, που ήταν χρωματιστά.

Και πέρασε ο καιρός και έφυγε ο πρώτος χρόνος. Κάποια στιγμή ένα καλοκαιρινό βράδυ ένας φίλος, από αυτούς που δεν φεύγουν, που μένουν στα δύσκολα, προσπαθούσε να μας βγάλει όλους μαζί φωτογραφία. Γύρισε με κοίταξε και μου είπε απλά, δεν βγαίνεις, δεν φαίνεσαι στο σκοτάδι.

Αυτό ήταν ή είχε έρθει ο καιρός και άρχισα να το δουλεύω μέσα μου. Στα γενέθλια της μικρής μου νεράιδας, παρουσιάστηκα στο πάρτι με χρωματιστά ρούχα. Όσοι δεν με γνώριζαν πιο πριν, με ρώταγαν τι έχω κάνει στα μαλλιά μου. Παρατηρητικότητα μηδέν!! Τα παιδιά μου πάλι κουβέντα. Δε τα ένοιαζε καθόλου.

Και έφτασε η γιορτή της μητέρας! Και η μεγάλη νεράιδα μου μού έκανε δώρο ένα βραβείο που έφτιαξαν στο νηπιαγωγείο. «Το βραβείο της καλύτερης μαμάς του κόσμου απονέμεται στην μαμά μου». Χαρά εγώ, σαν γύφτικο σκεπάρνι κορδωνόμουν. Κοίταξα τη ζωγραφιά που συνόδευε το βραβείο και πάγωσα. Μια μαμά τεράστια, με μακριά μαλλιά, με χαμόγελο μεγάλο, μέσα στο βράδυ με ένα φακό να κοιτώ τα άστρα και δίπλα μου ένα κοριτσάκι, η νεραιδούλα μου, να με κρατά από το χέρι. Η ζωγραφιά ήταν εξαιρετική. Απίστευτα χρώματα. Το έχει το παιδί μου με τη ζωγραφική! Πάγωσα, γιατί το φόρεμα που φόραγα ήταν … μαύρο. Ναι! Μαύρο.

Δειλά της έπιασα κουβέντα για το χρώμα. Η απάντηση της αποστομωτική.
«Γιατί πάντα μαύρα δεν φοράς;» (Τι να πεις!)
«Παιδί μου, δεν έχεις δει πως φορώ χρωματιστά ρούχα;»
«Όχι.»

Μούγκα εγώ! Λέξη δεν είπα. Εγώ που νόμιζα, ότι δεν πείραζε τα παιδιά μου, ότι δεν παρατηρούσουν ότι έξω από το σπίτι, φόραγα μόνο black. Και όμως δυο ζευγάρια μάτια ήταν πάντα στραμμένα επάνω μου.

Όταν τις έβαλα να ζωγραφίσουν την οικογένεια τους, η μεγάλη μου νεράιδα με ζωγράφισε μαζί με τον μπαμπά της, φορώντας πάλι μαύρα. Η μικρή ευτυχώς με χρωματιστά, αλλά χωρίς τον μπαμπά της.

Άντε πάλι συζητήσεις!

 «Μα μαμά εσύ δεν λες συνεχώς έπλυνα τα μαύρα, και έπλυνα τα μαύρα!»

Κατάπιε την γλώσσα σου τώρα κυρά μου!

Με τεντωμένες κεραίες είμαι από εκείνη την ημέρα. Εννοείται ότι ορκίστηκα ότι δεν τα ξαναβάζω. Ούτε για φανελάκι ο λόγος. Περιμένω να δω πως θα με ζωγραφίζει μετά από καιρό.

Ελπίζω τη βλακεία μου, να μην την πληρώσουν τα παιδιά μου. Θα δείξει… Δεν μου προσέφεραν τίποτε τότε που τα φόραγα. Απλά βολεύτηκα. Και δυστυχώς δεν έπρεπε, μια μαμά με δυο νεραιδάκια να κάνει κάτι τέτοιο. Κανείς δεν σκέφτηκε να μου δώσει μια στο κεφάλι να συνέλθω! Ελπίζω να μην έχω στιγματίσει τα παιδιά μου με αυτό το μαύρο, γιατί τότε θα το χτυπώ το ρημαδοκεφάλι μου στην πραγματικότητα. Θα δείξει…


Σχόλια

Σχετικά Άρθρα

ΟΙ ΕΙΔΙΚΟΙ

ΣΑΣ ΑΠΑΝΤΟΥΝ