fbpx

Κηδεμόνας

| 23 Ιανουαρίου 2018
ADVERTISEMENT

«Νίκο, το παιδί έχει πρόβλημα. Ο ένας του ώμος είναι πιο κάτω από τον άλλον». «Έλα, βρε γυναίκα και μην τρελαίνεσαι με το παραμικρό. Και η γιαγιά μου έτσι ήταν. Κληρονομικό, μάλλον». Και η μικρή Θεοδώρα, Πέμπτη Δημοτικού, έμεινε με τον έναν ώμο να είναι πιο κάτω από τον άλλον.

Πέρασαν δύο χρόνια και η μαμά δεν μπορούσε να ησυχάσει. Ο αριστερός ώμος της Θοδώρας έγερνε όλο και πιο πολύ. Καλοκαίρι, μόλις είχε τελειώσει το Δημοτικό και ετοιμαζόταν για Γυμνάσιο και η μαμά αποφάσισε πως ήρθε η ώρα να πάνε σε γιατρό να δούνε τι έχει. Και ας έλεγε ο μπαμπάς ότι το είχε και η γιαγιά του.

Ραντεβού στον ορθοπεδικό, λοιπόν, και η Θεοδώρα σκύβει να δει ο γιατρός την σπονδυλική στήλη, περπατάει ευθεία για να δει το βάδισμά της, σηκώνει βάρη για να δει πώς λειτουργεί το σώμα στην πίεση βάρους και φυσικά κάνει τις απαραίτητες ακτινογραφίες. Επόμενο ραντεβού και η Θοδώρα ακόμα θυμάται τα λόγια του ορθοπεδικού. Σηκώνει τις ακτινογραφίες, τις μελετά και γυρνάει και λέει


ADVERTISEMENT

«Απορώ, πώς περπατάς ακόμα. Η σπονδυλική στήλη κάνει ένα όμορφο S. Είσαι τυχερή που δεν είσαι σε καροτσάκι. Έχεις σκολίωση σε μεγάλο βαθμό. Θα χρειαστεί χειρουργική επέμβαση ή κηδεμόνας. Θα σας πω τα θετικά και τα αρνητικά και των δύο περιπτώσεων και θα αποφασίσετε. Άμεσα όμως γιατί επείγει».

Η μαμά και ο μπαμπάς κόκκαλο και η Θεοδώρα με ύφος σαρκαστικό και παραπονιάρικο, γυρνάει στον πατέρα της και του λέει «Αλήθεια, μπαμπά, η γιαγιά σου τι είχε διαλέξει;». Αφού ηρέμησαν κάπως, έκατσαν και μίλησαν με τον γιατρό αναλυτικά. Δύο ώρες συζητούσαν τα θετικά μίας χειρουργικής επέμβασης και τα θετικά του κηδεμόνα, αλλά και τα αρνητικά. Έφυγαν ιδιαίτερα προβληματισμένοι και οι τρεις από τον γιατρό, αλλά έπρεπε να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα. Εντάξει, ένα πρόβλημα υγείας που ευτυχώς μπορούσε να λυθεί είπε ο μπαμπάς και κρατούσε την κόρη του αγκαλιά.

Στο σπίτι οι συζητήσεις συνεχείς και μεγάλες. Μία αποφάσιζαν την χειρουργική επέμβαση, μία τον κηδεμόνα. Η Θεοδώρα σκεφτόταν ότι με την χειρουργική επέμβαση θα ξεμπέρδευε μια και καλή. Λίγες μέρες στο νοσοκομείο, ένα χρονικό διάστημα με καροτσάκι μέχρι να δέσει η σπονδυλική στήλη και μετά «λαμπάδα το κορμί» όπως της είχε πει και ο γιατρός της. Από την άλλη, ο κηδεμόνας θα τη γλίτωνε από όλη αυτή τη διαδικασία της μετεγχειρητικής αποκατάστασης και του πόνου. Αλλά! Γιατί πάντα υπάρχει ένα αλλά θα έπρεπε να το φοράει για τουλάχιστον 3 χρόνια. Όλη μέρα, κάθε μέρα, πρωί, μεσημέρι, βράδυ – κυρίως βράδυ στον ύπνο. Θα το έβγαζε μόνο για να κάνει μπάνιο. Τελικά, αποφάσισε να βάλει κηδεμόνα.

Έτσι, ξεκίνησε η ζωή της Θεοδώρας με τον κηδεμόνα της. Ένα μηχάνημα, ένα πράγμα (ακόμα και μετά από 25 χρόνια δεν ξέρει πώς να το χαρακτηρίσει) που έμοιαζε με πανοπλία. Φτιαγμένο από καουτσούκ, κάλυπτε όλο το θώρακα μέχρι τη μέση και πίσω έκλεινε με ιμάντες. Σοκ μόλις το είδε. Ο ορθοπεδικός έδωσε οδηγίες, σύστησε και έναν γιατρό για τις κινησιοθεραπείες που έπρεπε να κάνει και αφού της έβαλε τον κηδεμόνα τους έκλεισε ραντεβού για τον επόμενο μήνα και τους χαιρέτησε.


ADVERTISEMENT

Στο σπίτι ήρθε το ξέσπασμα. Η Θεοδώρα χτυπιόταν, έκλαιγε, φώναζε, έσπαγε ότι έβρισκε μπροστά της. «Δεν πρόκειται να το βάλω εγώ αυτό το πράγμα», «Δεν το θέλωωωωωωω», «Είναι αισχρό και τρισάθλιο», «Με δείχνει σαν ντουλάπα» και άλλα πολλά έλεγε η Θεοδώρα και έκλαιγε και έπεσε σε μελαγχολία. Ευτυχώς, η παρέα της στάθηκε δίπλα της και την έκαναν να ξεχνιέται.

Και ήρθε ο Σεπτέμβριος και μαζί και το άνοιγμα των σχολείων. Αν η Θεοδώρα θεωρούσε τραγικό όλο αυτό που περνούσε, θα συνειδητοποιούσε ότι ήταν παράδεισος μπροστά στον Γολγοθά που την περίμενε. Αμέσως κατάλαβαν οι συμμαθητές της ότι κάτι έχει. Αμέσως ξεκίνησαν οι ερωτήσεις, οι απορίες και οι διευκρινίσεις. Και οι περισσότεροι, την αγκάλιασαν και την πρόσεχαν. Υπήρχαν, όμως, και παιδιά που δεν τους ενδιέφερε και τόσο η ψυχολογία της. Το σχολείο της συστεγαζόταν με το Λύκειο και από εκεί ξεκίνησε το μαρτύριο.

Δύο παιδιά της Τρίτης Λυκείου πήραν είδηση τι παίζει με την Θεοδώρα και άρχισαν τα πειράγματα. «Τοκ – Τοκ. Είναι κανείς εδώ;», την χτυπούσαν στον κηδεμόνα, «Κυκλοφορείς μαζί με την πόρτα του σπιτιού σας για προστασία;», «Κάντε άκρη, περνάει η ντουλάπα Θεοδώρα», «Καλημέρα, Ρόμποκοπ», ήταν μερικά από τα σχόλια τους. Και γέλαγε μαζί της όλη η παρέα του, και τσακωνόταν μαζί τους η Θεοδώρα και οι συμμαθητές της. Και την δείχνανε με το δάχτυλο όταν σχολούσαν και μαζευόντουσαν στην καφετέρια απέναντι από το σχολείο «τα μεγάλα παιδιά». Και περνούσαν από δίπλα της με το μηχανάκι και την σκουντούσαν να πέσει και της έλεγαν «Έλα, μην τρομάζεις, φοράς ολόσωμο κράνος» και γέλαγαν.

Έξι μήνες κράτησε αυτή η ιστορία. Μέχρι που η Θεοδώρα είδε και απόειδε ότι ο Γυμνασιάρχης δεν κάνει τίποτα, παρά τα παράπονά της και πήγε μόνη της στην Λυκειάρχη. Της ανέφερε την κατάσταση και της είπε ότι αν δεν έκανε κάτι θα πήγαινε στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση να τους καταγγείλει όλους. Και πάλι τοίχος, και πάλι αδιαφορία. Αλλά, φαίνεται ότι ο Θεούλης την αγαπούσε, και η Λυκειάρχης τους έπιασε επ’αυτοφώρω να την κοροϊδεύουν. Τους έδωσε μία ωραία αποβολή και έμειναν στην ίδια τάξη. Και ένιωσε ικανοποίηση η Θεοδώρα. Και από τότε την είχαν τα τσογλανάκια στα ώπα – ώπα, για να αλλάξει γνώμη και να πει στη Λυκειάρχη να αναιρέσει την απόφασή της. (Για την ιστορία, η Θεοδώρα δεν ζήτησε από τη Λυκειάρχη να αναιρέσει την απόφασή της. Κάθε πράξη έχει το τίμημά της, έλεγε).

Και με πόνους, σωματικούς και ψυχικούς, πέρασαν τα χρόνια. Ασκήσεις στον φυσιοθεραπευτή, ο οποίος ήταν νέος και κούκλος (το μόνο ευχάριστο σκεφτόταν η Θεοδώρα, που πήγαινε με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά κάθε φορά που είχε ραντεβού μαζί του), ακτινογραφίες κάθε μήνα για παρακολούθηση, πόνοι στους σπόνδυλους όταν ένιωθε να έρχονται στα ίσα τους, πόνοι από τον κηδεμόνα που άλλαζε το σώμα της και μίκραινε. Υπέφερε τα καλοκαίρια από τη ζέστη, καθώς έπρεπε να φοράει φανελάκι και από πάνω τον κηδεμόνα και μετά ξανά μανά μπλούζα. Αλλά … στο τέλος ήρθε η λύτρωση. Τρία χρόνια ταλαιπωρίας και η σκολίωση έφτιαξε. Κορμί λαμπάδα μπορεί να μην απέκτησε, αλλά πλέον δεν γέρνει!

Η Θεοδώρα είναι πλέον μια ώριμη σαραντάρα γυναίκα. Ωστόσο ακόμα γίνεται παιδί όταν ακούει για κηδεμόνες, σκολίωση και τα σχετικά. Και μπορεί τότε να έβλεπε το μηχάνημα και να το σιχαινόταν, τώρα όμως ξέρει ότι στην ουσία ήταν ο φίλος της. Άσπονδος, αλλά φίλος της. Πέρασε πολλά, αλλά αυτό που την πόνεσε περισσότερο ήταν ο χλευασμός των παιδιών. Το bullying όπως λέμε στις μέρες μας. Γιατί από τότε οι «δυνατοί» θέλανε να επιβληθούν στους «αδύναμους». Ο εκφοβισμός, ο χλευασμός δεν είναι κάτι που εμφανίστηκε τώρα. Πάντα υπήρχαν και υπάρχουν οι νταήδες, οι «εξυπνάκηδες» που με τσαμπουκά θα κοροϊδεύουν και θα διαπομπεύουν τους άλλους.

Αυτό που πρέπει να κάνουμε όλοι σαν γονείς είναι να «φτιάξουμε» δυνατά παιδιά. Η Θεοδώρα κατάφερε να αντιμετωπίσει μόνη της τα τσογλανάκια γιατί είχε μάθει από τους γονείς της ότι πρέπει να είναι δυνατή. Ήξερε ότι είναι δίπλα της, ότι θα την βοηθήσουν αν έφτανε στο απροχώρητο η κατάσταση, αλλά κυρίως της έμαθαν να βασίζεται στις δυνάμεις της, γιατί κάποια στιγμή θα είναι μόνη της. Ποτέ ο κόσμος δεν θα είναι αγγελικά πλασμένος. Ποτέ δεν θα εξαλείψουν οι κάφροι και οι νταήδες. Αλλά μπορούν να εξαλείψουν τα θύματα του bullying.

Συζήτηση με τα παιδιά για το «πρόβλημα» που αντιμετωπίζουν. Ότι κι αν έχουν, σκολίωση, μυωπία, αναπηρία, δεν είναι κάτι που τα κάνει διαφορετικά. Είναι κάτι που τα κάνει ξεχωριστά. Από αυτή τη μοναδικότητά τους, από την αγάπη και την στήριξη των γονιών θα καταφέρουν να αντιμετωπίσουν όλους αυτούς τους «εξυπνάκηδες», όπως κατάφερε και τους αντιμετώπισε και η Θεοδώρα.

Της Χρυσής – Σίσυς Αγγελίδου 

Πηγή: thebluez.gr

Σχόλια

Σχετικά Άρθρα

ΟΙ ΕΙΔΙΚΟΙ

ΣΑΣ ΑΠΑΝΤΟΥΝ