fbpx

Παρακολούθηση και παρενόχληση από τον/τη πρώην σύζυγο: Έχει κυρώσεις στην Ελλάδα;

| 16 Ιουνίου 2016
ADVERTISEMENT

Δεν είναι λίγες οι φορές που πρώην σύζυγοι, είτε για να εκδικηθούν, είτε για να «παρακολουθήσουν» τον/τη πρώην σύντροφο και να αποκτήσουν στοιχεία που θα τον/την «εκμηδενίσουν» ενώπιον των Δικαστηρίων, προβαίνουν σε πράξεις παρακολούθησης ή –ακόμη χειρότερα- σε πράξεις παρενοχλήσεως. Τις περισσότερες φορές η παρενόχληση έχει ευθεία μορφή, δηλ. κάποιος εκ των συζύγων μεταβαίνει φερ’ειπείν στην οικία του άλλου και δημιουργεί επεισόδια με ύβρεις, απειλές κ.τ.λ.

Η παρενόχληση αυτή πολλές φορές συμβαίνει στα πλαίσια της επικοινωνίας του ενός συζύγου με τα τυχόν τέκνα (διότι συνήθως οι αποφάσεις των Δικαστηρίων ορίζουν ότι ο γονέας που έχει δικαίωμα επικοινωνίας θα λαμβάνει τα τέκνα ή το τέκνο από την οικία της πρώην ή του πρώην συζύγου), οπότε αυτός που θέλει να δημιουργήσει προβλήματα, επ’ αφορμή της επικοινωνίας, βρίσκει μία δικαιολογία νομιμοφανούς παρουσίας κοντά στον/στην πρώην σύζυγο και δημιουργεί προβλήματα με ύβρεις, απειλές κ.τ.λ.


ADVERTISEMENT

Δυστυχώς, τέτοιες τακτικές δημιουργούν πολύ σοβαρά προβλήματα σε τυχόν ανήλικα τέκνα, που βλέπουν τους γονείς τους να ερίζουν επανειλημμένως και πάντοτε πρέπει η λανθασμένη αυτή συμπεριφορά να επισημαίνεται στους γονείς από όποιον έχει τη δυνατότητα να τους συμβουλεύσει (π.χ. πληρεξούσιος δικηγόρος). Είναι επίσης λάθος κατά την άποψη της γραφούσης να μην καταγγείλει κάποιος το γεγονός παρενοχλήσεως στα αρμόδια όργανα (αστυνομία, δικαστικές αρχές) με την ελπίδα ότι η παρενόχληση είναι μία παροδική κατάσταση, δεν θα ξαναγίνει κτλ.

Δυστυχώς, ο εγωϊσμός ανθρώπων που κάποτε συνεβίωναν και είχαν οικογένεια, τους ωθεί πολλές φορές στο να δημιουργούν προβλήματα στον/στη πρώην σύντροφό τους, χωρίς να υπολογίζουν τις συνέπειες, ιδίως απέναντι σε ανήλικα τέκνα. Η καταγγελία πρέπει δε οπωσδήποτε να γίνει ιδίως όταν το περιστατικό επαναλαμβάνεται, οπότε υπάρχει μία σαφής ένδειξη ότι ο υπαίτιος δεν πρόκειται να σταματήσει. Είναι δεδομένο ότι εάν ο πληττόμενος δεν αμυνθεί, τότε πολλές φορές, ο έχων την πρόθεση να δημιουργεί προβλήματα αποθρασύνεται, θεωρώντας τη στάση αυτή σαν αδυναμία (ή ένδειξη ότι έχει δίκιο, κατά την άποψή του πάντα), με αποτέλεσμα να δημιουργεί όλο και περισσότερα προβλήματα

Καταρχάς, η πρώτη πρακτική αντιμετώπισης σε μία έκτακτη περίπτωση βιαίας παρενοχλήσεως είναι το άμεσο τηλεφώνημα στην Αστυνομία, ώστε να επέμβει και ν’ αποσοβήσει εάν είναι δυνατόν περαιτέρω παρενοχλήσεις, που μπορούν να λάβουν και τη μορφή εγκλήματος (π.χ. εξύβριση, απειλή, σωματική βλάβη κ.ο.κ.). Επί παρακολουθήσεως, έχουμε επίσης παραβίαση της ιδιωτικότητος, οπότε χωρούν και ασφαλιστικά μέτρα που ν’απαγορεύουν την καθ’ οιονδήποτε τρόπο προσέγγιση του θύματος, αλλά και ποινική αντιμετώπιση αναλόγως του είδους της παρακολουθήσεως (π.χ. έργω εξύβριση, δηλ προσβολή της τιμής με έργα, παράνομη βία, όπου αρκεί απειλή βίας ή άλλης παράνομης πράξης, διατάραξη οικιακής ειρήνης, εφόσον κάποιος εισέρχεται και παραμένει παράνομα άνευ της θελήσεως εντός της κατοικίας κ.τ.λ.). Να τονιστεί επίσης ότι τα προϊόντα παρανόμου παρακολουθήσεως (π.χ. φωτογραφίες ή βίντεο) αποτελούν παράνομα αποδεικτικά μέσα και απαγορεύεται να ληφθούν υπ’όψιν από τα Δικαστήρια.


ADVERTISEMENT

Πολύ σημαντική σε κάθε περίπτωση –ιδίως παρενοχλήσεως- είναι η εφαρμογή του Ν. 3500/2006 περί ενδοοικογενειακής βίας, ο οποίος προβλέπει πολύ σοβαρές ποινές στους παραβάτες, βαρύτερες από αυτές του απλού ποινικού Νόμου (επί παραδείγματι, σε περίπτωση μίας απλής σωματικής βλάβης, ενώ με το άρθρο 308 ΠΚ έχουμε ποινή έως τρία έτη, με το άρθρο 6 Ν. 3500/2006 έχουμε ποινή τουλάχιστον ενός έτους έως πέντε έτη). Να σημειωθεί ότι ο συγκεκριμένος Νόμος προστατεύει και πρώην συζύγους (δηλ. το γεγονός του διαζυγίου δεν αποσείει την ευθύνη του πρώην ή της πρώην συζύγου εφόσον παρενοχλεί και δημιουργεί προβλήματα), ακόμη και συντρόφους (άνευ γάμου) που παρενοχλούνται. Η δε δίωξη δεν απαιτεί έγκληση, διότι η δίωξη ασκείται αυτεπαγγέλτως υπό του αρμοδίου Εισαγγελέως (αρκεί φυσικά να υπάρξει καταγγελία) και ακολουθείται η αυτόφωρη διαδικασία.

Εκτός των ανωτέρω, ποινικών κυρίως διαδικασιών, υφίσταται και δυνατότητα εγέρσεως αγωγής αποζημιώσεως και χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης (της στενοχώριας δηλαδή και της εν γένει ψυχικής δοκιμασίας που υπεβλήθη το θύμα παρενοχλήσεως) κατά του υπαιτίου. Μάλιστα ο ως άνω Νόμος περί ενδοοικογενειακής βίας προβλέπει ελάχιστη χρηματική ικανοποίηση 1.000 €, εκτός εάν το θύμα ζητήσει λιγότερα. Σε πάρα πολλές περιπτώσεις, η συνδυασμένη αντίδραση με χρήση ποινικών και αστικών ενδίκων βοηθημάτων και διαδικασιών αποτρέπει τον προτιθέμενο να δημιουργήσει προβλήματα, διότι γνωρίζει πλέον, αφενός ότι το θύμα δεν θα μείνει «με σταυρωμένα τα χέρια», αφετέρου δε ότι θα κινδυνέψει, τόσο η ατομική του ελευθερία λόγω ενδεχομένων ποινών, όσο και η περιουσία του από πράξεις εκτέλεσης, ύστερα από έκδοση σχετικών αποφάσεων περί αποζημιώσεως ή χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης.

Επομένως, ο Νόμος προβλέπει σαφώς την αντιμετώπιση τέτοιων καταστάσεων, σε κάθε διάσταση (ποινική-αστική), αρκεί να γίνει σωστή και έγκαιρη χρήση των μέσων που ορίζει. Πολλοί, οι οποίοι δεν αντιμετώπισαν έγκαιρα ή αποτελεσματικά τέτοιες καταστάσεις θεωρούν και λένε ότι «δεν υπάρχει Νόμος», όμως δεν τίθεται θέμα υπάρξεως του Νόμου, αλλά ορθής εφαρμογής του. Δυστυχώς πολλές φορές η γραφειοκρατία, η αργή απονομή της δικαιοσύνης ή και καμμιά φορά η μη άμεση αντιμετώπιση από την αστυνομία (η οποία πράγματι έχει επιβαρυνθεί υπέρμετρα, ειδικά τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα να δίνει βαρύτητα σε περιπτώσεις μεγάλης επικινδυνότητος ή βίας) οδηγούν σε τέτοια συμπεράσματα, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να παραιτούμεθα των προσπαθειών μας, διότι, εάν δεν προσπαθήσουμε να προστατευθούμε είναι δεδομένο ότι δεν θα επιτύχουμε τίποτα.

Σαν γενικό συμπέρασμα λοιπόν προκύπτει ότι, καταρχάς κάποιος που παρενοχλείται πρέπει να ζητήσει την άμεση συνδρομή των αστυνομικών αρχών εφόσον υπάρχει κίνδυνος για περαιτέρω επεισοδίων ή χρήσης βίας (διότι σε διαφορετική περίπτωση θα έπρεπε, ή να υφίσταται τις κάθε είδους παρενοχλήσεις ή να αυτοδικήσει, χρησιμοποιώντας βία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για περαιτέρω αντεκδικήσεις, ποινικές διαδικασίες κ.ο.κ.).

Περαιτέρω, πρέπει ν’ απευθυνθεί άμεσα σε δικηγόρο της επιλογής του και κυρίως της εμπιστοσύνης του, ώστε να συναποφασίσουν την περαιτέρω πορεία της υποθέσεως (ασφαλιστικά μέτρα, μηνύσεις κ.τ.λ.).

Νίκη Ροδίτη-Δικηγόρος
Δικηγορικό γραφείο Κωνσταντίνου Χάνου-Νίκης Ροδίτη
Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού 4, Χαλκίδα
Τηλέφωνο: 22210-76788
Web: www.kostashanos-nikiroditilawoffice.gr

Σχόλια

Σχετικά Άρθρα

ΟΙ ΕΙΔΙΚΟΙ

ΣΑΣ ΑΠΑΝΤΟΥΝ