fbpx

Μισώ τα ταξί!

| 17 Σεπτεμβρίου 2015
ADVERTISEMENT

Είναι πλέον γνωστό ότι οι επαφές μου με τα ταξί είναι σχεδόν πάντα επεισοδιακές… Κάθε φορά που ανοίγω την πόρτα και κάθομαι στη θέση του συνοδηγού αναρωτιέμαι τι φρούτο θα συναντήσω πίσω από το τιμόνι. Αυτή την περίοδο, μάλιστα, που φεύγω σχεδόν καθημερινά από τη δουλειά με ταξί (ναι, ρε, είμαι πλούσιος, έχετε πρόβλημα;;), όλο και ζορίζω την τύχη μου…

Από τον Peslac (http://peslac.pblogs.gr/)


ADVERTISEMENT

Χθες ήταν από τις σπάνιες φορές που σκέφτηκα να σταματήσω και να κατέβω σε άσχετο σημείο ή να πηδήξω από την πόρτα στην πρώτη ευκαιρία.

Περίμενα στη Φιλαδελφείας σαν καλό παιδί (όπου για να περάσει ταξί πρέπει να διασχίσεις γονατιστός τον δρόμο με τα χέρια παρατεταμένα σε ικεσία) και είδα από μακριά το ποθητό, κίτρινο χρώμα. Τα κλασικά: άπλωμα το χεράκι, αλάρμ το ταξάκι, μέσα εγώ, κλείνω πόρτα, λέω προορισμό και ξεκινάμε.

Συνήθως δεν κοιτάζω τον οδηγό, ούτε καν όταν μπαίνω. Αυτή τη φορά το έκανα φευγαλέα και καλά να πάθω. Ο τύπος μου θύμιζε πρεζόνι που μόλις δραπέτευσε από κλούβα. Στην κυριολεξία, όμως! Ανάκατα μαλλιά, αξύριστος, τσαλακωμένα ρούχα και βλέμμα μισοναρκωμένο με πρησμένα μάτια. Μόλις με κοίταξε η πρώτη μου σκέψη ήταν ότι ο αλήθινος ταξιτζής βρισκόταν νεκρός πίσω στο πορτ-μπαγκάζ κι ότι σε λίγο θα του έκανα παρέα. Ήταν ήδη αργά, όμως, γιατί είχε ξεκινήσει.


ADVERTISEMENT

Πριν καλά-καλά φορέσω τη ζώνη, ο τύπος γύρισε και με φωνή “φίλε-έχεις-ένα-κατοστάρικο” με ρώτησε: “Θα βρέξει;” Λακωνικότατη η ερώτηση. “Τι στο διάολο;” σκέφτηκα “Για την Πετρούλα με πέρασε;” Ρίχνω μια ματιά στο συννεφιασμένο ουρανό και ανταπαντώ: “Ε, μάλλον, έχει συννεφιά από το πρ…” Μέχρι να ολοκληρώσω έριξε έναν fast-forward μονόλογο για το ότι μόλις τώρα ξύπνησε (δεν αμφέβαλλα, μάλιστα είμαι σίγουρος ότι κοιμόταν και στο ταξί!) και πήγε στον Πειραιά και γύρισε και κίνηση και βάρδια και αργά και κάτι και ερφξγιςρ εκηδκδφ… Τα μισά ούτε τα κατάλαβα, γιατί είχε αρχίσει να πέφτει σε τρανς.

Χαμογέλασα συγκαταβατικά, ξέρετε, αυτό το χαμόγελο σε στυλ “Please, don’t kill me!” και κοίταξα έξω. Ο ταρίφ συνέχισε με τον μονόλογο “το μερτικό μου απ’ τη χαρά, μου το’χουν πάρει άλλοι” για τη δύσκολη ζωή του ταξιτζή… Χαμογέλασα πάλι και έπιασα σφιχτά το χερούλι της πόρτας.

Περνώντας από ένα στενό, προσπεράσαμε 45 μπάτσους της ομάδας Δίας που είχαν πλευρίσει έναν μηχανόβιο. Ο ταρίφ έκανε μία απότομη κίνηση του χεριού και έβαλε κάτι στην τσέπη… “Χριστέ μου!” σκέφτηκα “Θα με βρούνε τεμαχισμένο σε κάδο!” Όχι τίποτε άλλο, δεν πρόλαβα να κάνω και νόημα στους μπάτσους, ή να γράψω Help me με τα χνώτα μου στο παράθυρο… Ο ταρίφ ξανάβγαλε το χέρι από την τσέπη και πρόσεξα ότι, ευτυχώς, κρατούσε απλώς το κινητό του με το οποίο ετοιμαζόταν να μιλήσει πριν…

“Άσε, αν σε πιάσουν με κινητό, 100 ευρώ δίνεις!” μου είπε και άρχισε να πληκτρολογεί ένα νούμερο. Για το υπόλοιπο, δραματικό πεντάλεπτο ο οδηγός μιλούσε με έναν τύπο στο κινητό και του έλεγε να φτιάξει το ΦΠΑ του και να πάει να αγοράσει κόκα-κόλες, ενώ με το ένα χέρι έκανε πατημένος ζιγκ ζαγκ στην Εθνική Οδό, αποφεύγοντας μηχανάκια. Εγώ είχα μπήξει τα νύχια στο κάθισμα και περίμενα πότε θα μου ερχόταν καμιά βέσπα κολλάρο.

Μόλια φτάσαμε, ανέπνευσα ανακουφισμένος. Του έδωσα ένα εικοσάευρω κι εκείνος με κοίταξε… “Πιο ψιλά δεν έχεις;” ρώτησε. “Νάτα μας!” σκέφτηκα “Τώρα θα μου την ανάψει, αφορμή έψαχνε!” Τελικά, ψαχούλεψε τις τσέπες του, με γέμισε ψιλά και πεντάευρα και βγήκα έξω να φιλήσω την άσφαλτο. Με ρώτησε από πού έβγαινε για Θηβών και του έδειξα μια κατεύθυνση στην τύχη -πού να ξέρω κι εγώ; Το Drive-me είμαι;- μπας και ξεκουμπιστεί και ησυχάσω…

Σήμερα, πήρα πάλι ταξί, ελπίζοντας ο πρεζοταρίφ να χάθηκε ψάχνοντας τη Θηβών και να να βγήκε κάπου στις Κουκουβάουνες… Ο σημερινός ταρίφας ήταν ακόμα πιο τραγικός οπτικά. Έμοιαζε σαν τους χασάπηδες στο Λούκυ Λουκ: τεράστιος, ξυρισμένο στρογγυλό κεφάλι με διπλοσάγονο και καθόλου σβέρκος. Ένα κτήνος! Και σαν να μην έφτανε αυτό, είχε και την άδειά του κολλημένη πάνω στο ταμπλό, ώστε να βλέπεις τη φάτσα του συνέχεια -κάτι σαν υπενθύμιση ότι αν του μπεις στο μάτι, θα σε καταπιεί σαν panadol!

Εν τω μεταξύ, σήμερα φορούσα και το κολλάρο μου, γιατί το αυχενικό με έχει ξεπατώσει πάλι αυτές τις μέρες. Ο ταρίφ β’ με κοίταξε και ρώτησε: “δεν πιστεύω να το έπαθες από το αιρ-κοντίσιον;” Η πρώτη σκέψη που μου ήρθε ήταν “ναι, πλακώθηκα με ένα Fujitsu”, αλλά η φάτσα πάνω στο ταμπλό με προσγείωσε. Όταν τον ενημέρωσα ότι είναι απλώς το αυχενικό μου, εκείνος με αποστόμωσε με τη θεϊκή ερώτηση: “Α, δηλαδή είναι κάτι σαν αλλεργικό;” (ΝΑΙ, ΡΕ Μ%$#^$@, ΕΙΜΑΙ ΑΛΛΕΡΓΙΚΟΣ ΣΤΙΣ ΦΡΑΟΥΛΕΣ ΚΑΙ ΦΟΡΑΩ ΚΟΛΛΑΡΟ!!!). Πριν αρχίσει να χύνεται ο εγκέφαλός μου από τα ρουθούνια τον ενημέρωσα ξερά ότι “έχω άλατα”, ελπίζοντας να μη με ρωτήσει αν τρίβω στο σβέρκο Calgonit, γιατί -μα το Θεό- δεν θα κρατιόμουν άλλο!

Ευτυχώς, για το υπόλοιπο της διαδρομής ο ταρίφ β΄ δεν ξαναέβγαλε άχνα. Μάλλον για να με βασανίσει κι άλλο, διότι όσο δεν μιλούσε εγώ άκουγα από το ραδιόφωνο την Κοκκίνου ή Βανδή ή όποια άλλη , έχει κλωνοποιήσει ο Φοίβος να τραγουδά για κάτι πονηρά που σκέφτεται με το μυαλό της και δεν κάνει να τα πει, μετά έφαγα στη μάπα έναν τύπο που με τραγίσια φωνή βέλαζε όλη την ώρα “Βέεεεγκαααας” και λίγο πριν φτάσουμε και αρχίσω να ξερνώ αίμα, πήρε τη σκυτάλη η Βίσση με τις τσούλες της…

Σας έχω πει πόσο μισώ τα ταξί;;

*Η κεντρική φωτογραφία του άρθρου είναι τυχαία και δεν απεικονίζει τα πραγματικά πρόσωπα. Το παραπάνω άρθρο δεν έχει σχέση με τη κύρια θεματολογία της σελίδας μας, κάναμε όμως μια εξαίρεση διότι θεωρούμε πως λίγο γέλιο δεν έβλαψε ποτέ κανέναν! 

Σχόλια

Σχετικά Άρθρα

ΟΙ ΕΙΔΙΚΟΙ

ΣΑΣ ΑΠΑΝΤΟΥΝ